Δεν είναι ούτε ορθό ούτε ηθικό να αρχίζουμε συζητήσεις για διαδόχους όταν οι νυν προκαθήμενοι είναι ακόμα εν ζωή, υγιείς και επιτελούν με αφοσίωση τα καθήκοντά τους.
Ωστόσο, φαίνεται πως κάποιοι ήδη «στήνουν» σενάρια διαδοχής για τους θρόνους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου και του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου. Αυτή η προσέγγιση όχι μόνο υπονομεύει τη σταθερότητα του θρησκευτικού θεσμού, αλλά φανερώνει και μια ανησυχητική τάση για εκκλησιαστικό παρασκηνιακό παιχνίδι εξουσίας, ένα είδος “Game of Thrones” σε εκκλησιαστικά πλαίσια.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, παρά την ηλικία του, συνεχίζει να έχει έναν ενεργό ρόλο στο παγκόσμιο θρησκευτικό γίγνεσθαι, προωθώντας το διάλογο μεταξύ των χριστιανικών δογμάτων και άλλων θρησκειών, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος. Ομοίως, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος διαχειρίζεται τα θρησκευτικά ζητήματα της Ελλάδας με σύνεση, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος στην Αλβανία έχει καταφέρει να αναγεννήσει την Εκκλησία μετά από χρόνια καταστολής. Το γεγονός ότι κάποιοι ενδιαφέρονται να συζητούν για τους διαδόχους τους, ενώ οι ίδιοι αυτοί ιεράρχες επιτελούν τα καθήκοντά τους άριστα, δείχνει μια ασεβή προσέγγιση προς την ιερότητα του θεσμού.
Οι φήμες για πιθανούς διαδόχους, είτε πρόκειται για την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, το Οικουμενικό Πατριαρχείο είτε την Αρχιεπισκοπή Τιράνων, είναι πρόωρες και επιζήμιες. Ο χρόνος για διαδοχή θα έρθει φυσικά, όταν οι υπάρχοντες προκαθήμενοι δεν θα είναι σε θέση να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους, είτε λόγω γήρατος είτε για λόγους υγείας. Η πρόωρη συζήτηση και η διχόνοια που μπορεί να δημιουργηθεί από τέτοιες φήμες, αποδυναμώνει την ενότητα και το κύρος της Εκκλησίας, διχάζοντας το ποίμνιο και προκαλώντας αστάθεια.
Οι φιλόδοξοι που σπεύδουν να κάνουν σχέδια διαδοχής δείχνουν μια ανησυχητική τάση για εξουσία, παρά για αφοσίωση στο θεολογικό έργο και την πνευματική καθοδήγηση των πιστών. Η Εκκλησία, ως πνευματικός θεσμός, δεν πρέπει να επιτρέψει να μετατραπεί σε πεδίο μάχης για την εξουσία. Η αίσθηση της πνευματικής κληρονομιάς και της αλληλεγγύης μεταξύ των ιεραρχών είναι βασική για τη διατήρηση της ενότητας και της πίστης.
Αντί να κοιτάμε προς τη διαδοχή και τα ονόματα που κυκλοφορούν ως «πιθανοί διάδοχοι», πρέπει να σεβαστούμε τους νυν προκαθημένους, να τους στηρίξουμε στο έργο τους και να αποφεύγουμε τη δημιουργία σεναρίων που το μόνο που καταφέρνουν είναι να προκαλέσουν φθορά στο κύρος της Εκκλησίας. Κανείς δεν μπορεί να αντικαταστήσει τους νυν ηγέτες, όσο είναι ακόμα υγιείς και ικανοί να επιτελούν τα καθήκοντά τους. Η συζήτηση για διαδόχους είναι όχι μόνο ανήθικη, αλλά και επικίνδυνη για την ενότητα της Εκκλησίας.
Η εκκλησιαστική ιστορία μας διδάσκει ότι η διαδοχή είναι ένα φυσικό μέρος της ζωής της Εκκλησίας, αλλά πρέπει να γίνεται με σεβασμό, ταπεινότητα και θεολογικό βάθος. Οι προκαθήμενοι έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στην Εκκλησία και στο ποίμνιο, και η προσήλωση σε σχέδια διαδοχής την ώρα που οι ίδιοι είναι ενεργοί είναι απλά ανεπίτρεπτη. Ο εκκλησιαστικός θεσμός δεν πρέπει να παρασυρθεί από κοσμικές πρακτικές εξουσίας και επιρροής, αλλά να παραμείνει εστιασμένος στην πνευματική αποστολή του.
Η Εκκλησία δεν είναι χώρος για πολιτικά παιχνίδια ή προσωπικές φιλοδοξίες. Αντίθετα, είναι ένας χώρος πνευματικής καθοδήγησης, αλληλεγγύης και αφοσίωσης στον Θεό και στους πιστούς. Αυτοί που επιδιώκουν να αναδείξουν διαδόχους, ενώ οι προκαθήμενοι είναι ζωντανοί και επιτελούν το έργο τους, δεν υπηρετούν την Εκκλησία, αλλά τα προσωπικά τους συμφέροντα.