Φλωρίνης Θεόκλητος: Αποχαιρετιστήρια Εγκύκλιο προς τον ιερό κλήρο και τον λαό της Μητρόπολης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας έστειλε ο Μητροπολίτης κ. Θεόκλητος.
Ειδικότερα ο Μητροπολίτης κ. Θεόκλητος από την ερχόμενη Κυριακή, 1 Οκτωβρίου, τίθεται σε ισχύ, κατόπιν αιτήματος του ιδίου, η παραίτηση την οποία είχε υποβάλει τον Αύγουστο στον Αρχιεπίσκοπο και τη ΔΙΣ.
Στην Εγκύκλιο του τονίζει την αγάπη του προς το ποίμνιό του και κάνει τον απολογισμό ολοκληρώνοντας 56 έτη στο πηδάλιο της Μητρόπολης τόσο ως Πρωτοσύγκελος όσο ως Επίσκοπος .
“Σίγουρα στα χρόνια αυτά της ποιμαντορίας μου έγιναν και λάθη, δημιουργήθησαν παραπικρασμοί, πόνοι, θλίψεις, διχοστασίες, παρετηρήθησαν ελλείψεις. Τούτη την ιερή ώρα δεν επιθυμώ να δικάσω ή να αναζητήσω τον φταίχτη.
Τούτη την φοβερή για την ταπεινότητά μου στιγμή το μόνο που ποθώ είναι να συγχωρήσω τους πάντας, αλλά και να ζητήσω συγγνώμη από τους πάντας.
Γι’ αυτό ζητώ από όλους σας συγχώρεση, για τις ελλείψεις και τα σφάλματά μου, όπως παρέχω και σε όλους σας συγχώρεση μέσα από την καρδιά μου.
Άλλωστε σε όλη μου την πορεία μέσα στην Εκκλησία αυτό προσπάθησα να εμπνεύσω: Ακατάκριτο-Συγχώρεση-Αγάπη.
Γι’ αυτό το τρίπτυχο, σας παρακαλώ, να εργαστείτε πνευματικώς, ούτως ώστε να το λάβετε ως δωρεά εκ του Θεού”, τονίζει.
Ολόκληρη η αποχαιρετιστήρια Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Φλωρίνης κ. Θεοκλήτου:
Αδελφοί μου, παιδιά μου πνευματικά.
Με βαθύτατη συγκίνηση, με πνευματική χαρά και με ευγνωμοσύνη στον Κύριό μας Ιησού, σας απευθύνω την τελευταία ποιμαντική εγκύκλιό μου. Όπως γνωρίζετε, κατέθεσα την παραίτησή μου από τα ποιμαντικά καθήκοντά μου, στην Ιερά Σύνοδο, η οποία έγινε αποδεκτή και έτσι από 1ης Οκτωβρίου αποσύρομαι εκ των ποιμαντικών καθηκόντων μου στην ιερά ησυχία του κελλιού μου.
Είναι αλήθεια, ότι την απόφασή μου αυτή έλαβα μετά από πολύμηνο εκτενή προσευχή. Συνηθίζω πρίν από σημαντικές αποφάσεις της ζωής μου να προσεύχομαι στον Κύριο να δείξει το θέλημά Του. Τούτο έγινε και τώρα. Προσευχήθηκα πολύ, με αγωνία και πόνο πολλές φορές. Δεν είναι εύκολο ο πατέρας να αποχωρίζεται τα τέκνα, ούτε ο ποιμένας το ποίμνιο. Ο σύνδεσμος βαθύς, η σχέση ιερή, η αγάπη αγία. Όμως έβλεπα το γήρας να με κυκλώνει και να μού στερεί τη δυνατότητα να διακονώ το ποίμνιο. Ένιωθα τις σωματικές δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν. Έφτασα στο σημείο να μη μπορώ να λειτουργώ. Η ευθύνη μου έναντι του Θεού, που με κατέστησε ποιμένα σας, αλλά και έναντί σας, βάρυνε πολύ στην καρδιά μου. Η σκέψη ότι με την παραμονή μου στον θρόνο ίσως να αδικούσα την τοπική μας Εκκλησία με συνέθλιβε. Γι’ αυτό, την αγωνία μετέβαλα σε προσευχή και τον πόνο σε εμπιστοσύνη προς τον Κύριο. Και ο Κύριος μού απάντησε. Με διαφόρους τρόπους μού υπέδειξε την οδό, την οποία οφείλω να βαδίσω από εδώ και στο εξής. Τότε είπα καθ’ εαυτόν: «τά κατ’ εμέ τέλος έχει». Με χαρά δέχτηκα το θέλημά Του, με ειρήνη και με αγαθή συνείδηση υπέγραψα την παραίτησή μου, δοξολογικά και ευχαριστιακά ζώ τα θαυμάσιά Του.
«Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον» (Ψαλμός ρβ’).
«Δόξα τώ Θεώ πάντων ένεκεν».
«Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον» (Ιώβ α’ 21).
Στην τελευταία δι’ εγκυκλίου επικοινωνία μας επιθυμώ να ανοίξω την καρδιά μου και να σας φανερώσω πράγματα τα οποία την συνέχουν.
Θέλω να σας εξομολογηθώ, αγαπητοί μου Φλωρινιώτες, Πρεσπιώτες, Αμυνταιώτες και Πτολεμαϊδείς, ότι στα πενήντα έξι χρόνια που ο Κύριος με αξίωσε να σας διακονώ, τόσο ως πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεως, όσο και ως επίσκοπός σας, σας αγάπησα υπερβαλλόντως. Γι’ αυτό και σας διακόνησα με πιστότητα, αυταπάρνηση και αυτοθυσία. Εσείς γίνατε η οικογένειά μου, εσείς τα παιδιά και οι αδελφοί μου, εσείς το κατά Θεόν καύχημά μου. Σπανίως απουσίασα από τη Μητρόπολη και τούτο γιατί δεν ήθελα να σας αποχωριστώ, έστω και προσωρινά. Τους περισσοτέρους σας αναγνωρίζω από τα πρόσωπα, σας προσφωνώ με τα ονόματά σας, παραβρέθηκα στις χαρές και στις λύπες σας, συμμετείχα στους αγώνες σας, συνέπασχα με τις αγωνίες σας. Περιόδευσα πλειστάκις τις ενορίες μας, έσπειρα αφειδώς τον λόγο του Θεού στις καρδιές σας, άκουσα αμέτρητες ώρες, με πατρική αγάπη και κατανόηση, τις αμαρτίες σας, λειτούργησα άπειρες φορές στα Θυσιαστήρια των Ναών των ενοριών μας, πολλές φορές με επικίνδυνες συνθήκες, με χιόνια πολλά, με κρύο που ξεπερνούσε τους -25°C, σε δρόμους επικίνδυνους, πεζοπορώντας ώρες πολλές, μέσα στον καύσωνα και στο ψύχος, απειλούμενος από άγρια ζώα.
Αλλά και σαν επίσκοπός σας, δεν άλλαξα ούτε τον τρόπο ζωής μου, ούτε και τον τρόπο διακονίας μου. Περιόδευσα πλειστάκις την Μητρόπολή μας, από Πρεσπών, έως Γραμματικών και από Νίκης, έως Μαυροπηγής, αξιώθηκα από τον Θεό να τελέσω δεκάδες κουρές και χειροτονίες αξίων μοναχών και κληρικών, θέσαμε θεμελίους λίθους σε Ιερούς Ναούς και Μοναστήρια, τους οποίους και εγκαινιάσαμε, εκ βάθρων ανακαινίσαμε το Μητροπολιτικό Μέγαρο, τις Εκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις, το Εκκλησιαστικό Γηροκομείο, δημιουργήσαμε δομές για τη νεότητα, την οικογένεια, τις κακοποιημένες γυναίκες.
«Αργυρίου η χρυσίου ουκ επεθύμησα» (Πρξ. 20,33). Φτωχός εισήλθα στο ευλογημένο ράσο, πάμπτωχος αναχωρώ από τη δημοσία δράση.
«Όλα για τη δόξα του Χριστού». Αυτό ήταν το σύνθημά μας. Το σύνθημα με το οποίο μας γαλούχησε ο κοινός πνευματικός πατέρας μας, ο άγιος επίσκοπός μας Αυγουστίνος, στον οποίο μετά Θεόν οφείλω τα πάντα, και στού οποίου τον βαρύ κόπο εισήλθα, εδώ στην Ιερά Μητρόπολή μας. Με αυτό το σύνθημα πορευτήκαμε, τόσο εγώ, όσο και οι πολύτιμοι συνεργάτες μου, κληρικοί και λαϊκοί, τους οποίους και από αυτή τη θέση θερμά τους ευχαριστώ και πατρικά ευλογώ. Και με αυτό το σύνθημα εργαστήκαμε και συνεργαστήκαμε τα εικοσιτέσσερα αυτά χρόνια.
Σίγουρα στα χρόνια αυτά της ποιμαντορίας μου έγιναν και λάθη, δημιουργήθησαν παραπικρασμοί, πόνοι, θλίψεις, διχοστασίες, παρετηρήθησαν ελλείψεις. Τούτη την ιερή ώρα δεν επιθυμώ να δικάσω η να αναζητήσω τον φταίχτη. Τούτη την φοβερή για την ταπεινότητά μου στιγμή το μόνο που ποθώ είναι να συγχωρήσω τους πάντας, αλλά και να ζητήσω συγγνώμη από τους πάντας. Γι’ αυτό ζητώ από όλους σας συγχώρεση, για τις ελλείψεις και τα σφάλματά μου, όπως παρέχω και σε όλους σας συγχώρεση μέσα από την καρδιά μου. Άλλωστε σε όλη μου την πορεία μέσα στην Εκκλησία αυτό προσπάθησα να εμπνεύσω: Ακατάκριτο-Συγχώρεση-Αγάπη. Γι’ αυτό το τρίπτυχο, σας παρακαλώ, να εργαστείτε πνευματικώς, ούτως ώστε να το λάβετε ως δωρεά εκ του Θεού.
Εργάστηκα επίσης έμπονα και για τη διατήρηση της Εκκλησιαστικής ενότητός μας. Είναι αλήθεια ότι στη Μητρόπολή μας αρκετές φορές δοκιμάστηκε η εκκλησιαστική ενότητά μας. Σας ομολογώ ότι για να διατηρηθεί αυτή η ενότητά μας και αμέτρητες ώρες προσευχήθηκα και πολύ υπομονή έκανα και ταπεινώθηκα και πόνεσα και έκλαψα. Δοξασμένο να είναι το όνομα του Χριστού μας, διότι, παρ’ ότι διήλθαμε διά πυρός και ύδατος πάντοτε μας εξήγαγε εις αναψυχήν. Αναχωρώντας εκ του θρόνου, σας παρακαλώ θερμά όλους, να διατηρήσετε την ενότητα της πίστεως και την κοινωνίαν του Αγίου Πνεύματος, εν τη Εκκλησία. Μείνετε εν τη Εκκλησία, ορθοτομούντες. «Σας παρακαλώ, αδελφοί, μου, στο όνομα και εξ ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να είστε όλοι ομόφωνοι και να λέγετε, σαν από μια καρδιά, την ίδια ομολογία τη πίστεως και να μην υπάρχουν μεταξύ σας σχίσματα και διαιρέσεις, αλλά να είστε συγκρατημένοι, κατηρτισμένοι και ενωμένοι μεταξύ σας, με το ίδιο φρόνημα και την ίδια γνώμη» (Α’ Κορ. 1,10).
Στο πλαίσιο αυτό, σας παρακαλώ, το νέο μας επίσκοπο, τον οποίον η Εκκλησία μας θα εκλέξει και θα αποστείλει, να υποδεχθούμε, με αγάπη και σεβασμό αποδίδοντάς του την τιμή, την οποία όρισαν οι κανόνες των Αγίων Πατέρων. Αυτός θα είναι πλέον το ορατό σημείο της εν Χριστώ ενότητός μας. Αυτός θα είναι ο νέος πατέρας και ποιμένας μας, ο κυβερνήτης της τοπικής Εκκλησίας μας.
Επίσης, σας παρακαλώ, να μείνετε πιστοί και αφοσιωμένοι στην γαλανόλευκη πατρίδα μας, την Ελλάδα, στην γλυκυτάτη Μακεδονία μας, στον αιματοβαμμένο τόπο μας. Κλείστε τα αυτιά σας σε κάθε είδους προπαγάνδα και ανοίξτε την καρδιά σας μόνον στον Χριστό και στην Ελλάδα. Παράλληλα, διεκδικείστε ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας. Ως ακρίτες της πατρίδος απαιτείστε τα δίκαιά σας. Δεν είμαστε δευτέρας κατηγορίας Έλληνες. Είμαστε Έλληνες Ακρίτες Μακεδόνες και αυτό είναι τιμή και όχι ποινή.
Αδελφοί μου, παιδιά μου πνευματικά,
Καθώς οι ημέρες της διαποιμάνσεως της ιεράς Μητροπόλεώς μας, υπό της ταπεινότητός μου, εξαντλούνται στρέφω την σκέψη μου προς το παρελθόν με ευχαριστία στον Θεό, στο παρόν με δοξολογία και στο μέλλον με ελπίδα προς Αυτόν. Σε Αυτόν που από τη νεότητά μου με κάλεσε στη διακονία του Ευαγγελίου. Σε Αυτόν, ο Οποίος μού χάρισε οδηγό απλανή, και με κατέστησε εργάτη του Ευαγγελίου, οικονόμο των Μυστηρίων Του, επίσκοπο της Εκκλησίας Του. Σε αυτόν που είναι το πάν της ζωής μου. Σε Αυτόν, στον Οποίον πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, έως της τελευταίας πνοής μου.
Και μετά τον Θεό στρέφω την σκέψη μου σε αυτόν που έγινε το όργανο του Θεού για τη σωτηρία μου, στον αείμνηστο κοινό Πατέρα και Γέροντά μας, Μητροπολίτη κυρό Αυγουστίνο. Νοερώς του βάζω μετάνοια και του καταθέτω την ισόβια ευγνωμοσύνη μου, εκεί στον παράδεισο, στον οποίον είμαι βέβαιος ότι είναι. Τον παρακαλώ να δέεται υπέρ του πληρώματος της Μητροπόλεως που τόσο αγάπησε, του ταπεινού αμέσου διαδόχου του, αλλά και του νέου επισκόπου που θα έρθει.
Στρέφω, τέλος, την σκέψη μου και προς εσάς, τον ιερό κλήρο, τις μοναστικές και ιεραποστολικές Αδελφότητες, τους έντιμους άρχοντες και τον πιστό και ευσεβή λαό της Μητροπόλεώς μας με αισθήματα βαθιάς ευχαριστίας και πατρικής αγάπης. Σας ευχαριστώ θερμά όλους σας.
Σας ευχαριστώ, γιατί χωρίς εσάς δεν θα γινόταν το έργο, το οποίο – Χάριτι Θεού – επιτελέσαμε στη Μητρόπολή μας.
Σας ευχαριστώ για την ευσέβειά σας, την εκκλησιαστική ποιότητά σας, το γενναίο φρόνημά σας, το ελληνορθόδοξο ήθος σας, την ευγένεια του χαρακτήρος σας, τη σεμνότητα των τρόπων σας, την εντιμότητα των λόγων σας.
Σας ευχαριστώ, γιατί με κάνατε να χαρώ για τήν, κατά Χριστόν, πρόοδο σας, να καυχηθώ για το φρόνημά σας, να δακρύσω με την επιτυχή έκβαση των αγώνων σας.
Σας ευχαριστώ, γιατί με αγαπήσατε αληθινά, με σεβαστήκατε υιικά, με τιμήσατε εγκάρδια, μού αποδώσατε, παρά την αναξιότητά μου, την οφειλομένη τιμή.
Ταπεινά, σας υπόσχομαι, ότι κανέναν δεν θα λησμονήσω στις προσευχές μου. Είστε η πνευματική οικογένειά μου και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ.
Άλλωστε, θα σας περιμένω πάντα στο τόπο που διαμένω εδώ και είκοσι χρόνια, στο κελλάκι μου, που βρίσκεται δίπλα από την Αδελφότητα της Αγίας Μακρίνας. Όσο οι σωματικές δυνάμεις μου το επιτρέπουν, η πόρτα μου θα είναι πάντοτε ανοιχτή για όλους σας. Θα χαίρομαι να σας βλέπω, να σας ακούω, να σας συναναστρέφομαι.
Κλείνοντας την τελευταία αποχαιρετιστήριο εγκύκλιό μου, υψώνω τα γεροντικά πατρικά χέρια μου και ευλογώ όλους σας, έναν έναν και μία μία ξέχωρα. Σας ευλογώ με την ελπίδα της εν Χριστώ συνοδοιπορίας.
Εύχεστε, παρακαλώ, να έχω τέλη ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και να δώσω καλή απολογία στον Ιησού μας κατά την ημέρα της κρίσεως.
Εύχεστε, όπως, μέσα στην ησυχία του κελλίου μου, εύρω έλεον και χάριν παρά του αγωνοθέτου Χριστού.
Ασπάζομαι άπαντας εν φιλήματι Αγίω.
«Η Χάρις του Κυρίου Ιησού μεθ’ ημών και η αγάπη μου μετά πάντων υμών εν Χριστώ Ιησού, αμήν» (Α’ Κορ. 16, 23-24).