Πριν από λίγες μέρες, συμπληρώθηκαν 31 χρόνια από την ενθρόνιση του Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου, το 1992. Ηταν μια ιστορική μέρα για τον ίδιο και την ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς αναλάμβανε καθήκοντα στην μόνη αθεϊστική χώρα στον κόσμο.

Σε μια χώρα όπου οι διωγμοί κατά των χριστιανών και οι βανδαλισμοί σε ναούς και μοναστήρια για δεκαετίας ήταν στην πρώτη γραμμή. Μετά την πτώση του καθεστώτος, όλες οι Εκκλησίες επιχείρησαν να κερδίσουν το χαμένο έδαφος με τους καθολικούς και τους μουσουλμάνους να επιδιώκουν να «απλωθούν» σε όλη τη χώρα.

Από το καλοκαίρι του 1991, ο Αναστάσιος είχε φτάσει στην Αλβανία ως Έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου για να διαπιστώσει τις δυσκολίες και να καθορίσει τις επόμενες κινήσεις του.

Από την πρώτη στιγμή επιχείρησε να ανασυγκροτήσει την Eκκλησία της Aλβανίας. Ως αποτέλεσμα του έργου του, συγκροτήθηκαν πάνω από 400 ενορίες, ενώ ίδρυσε τη Θεολογική-Ιερατική Σχολή (Aκαδημία) «Aνάστασις» στο Δυρράχιο (1992), το Eκκλησιαστικό Λύκειο «Tίμιος Σταυρός» στο Αργυρόκαστρο (1998) και στο Σουκθ-Δυρράχιο (2007), τα οποία σήμερα λειτουργούν σε ιδιόκτητα συγκροτήματα, και 50 Κέντρα Νεολαίας σε διάφορες πόλεις. Mόρφωσε και χειροτόνησε 145 νέους κληρικούς, ενώ φρόντισε για την έκδοση λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων. Συνέστισε Tεχνική Yπηρεσία στην Eκκλησία της Αλβανίας και μερίμνησε για την ανοικοδόμηση 150 νέων ναών, την αναστήλωση 70 μοναστηριών και εκκλησιών-πολιτιστικών μνημείων και την επισκευή 160 ναών και 45 εκκλησιαστικών κτιρίων (Aρχιεπισκοπή, Mητροπόλεις, σχολεία, κλινικές, ξενώνες, κατασκηνώσεις νεολαίας, κ.α.), στο σύνολο 425 κτίρια. Θεμελίωσε το πρώτο γυναικείο μοναστήρι (Σκήτη των Αγίων Μυροφόρων).

Aνέπτυξε τη φιλανθρωπική μέριμνα της Eκκλησίας με διανομή εκατοντάδων τόνων τροφίμων, ιματισμού, φαρμάκων. Ίδρυσε την πρώτη ορθόδοξη αλβανική εφημερίδα (Ngjallja), το παιδικό περιοδικό Gëzohu (Χαίρε), το νεανικό περιοδικό Kambanat (Καμπάνες), την επιστημονική επιθεώρηση Kërkim (Αναζήτηση), το δελτίο «News from Orthodoxy in Albania», και Pαδιοφωνικό σταθμό. Μερίμνησε για τη δημιουργία Eργαστηρίων της Eκκλησίας (τυπογραφείο, κηροπλαστείο, ξυλουργείο, εργαστήρια αγιογραφίας και αποκαταστάσεως εικόνων) και πραγματοποίησε αγώνες για τη διεκδίκηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Παράλληλα με την ανασύσταση της Oρθοδόξου Eκκλησίας, ανέπτυξε προγράμματα στους τομείς εκπαιδεύσεως, υγείας, κοινωνικής προνοίας, αγροτικής αναπτύξεως, πολιτισμού και οικολογίας. Στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου (1999) οργάνωσε ανθρωπιστικό πρόγραμμα με το οποίο βοήθησε 33.000 περίπου πρόσφυγες σε διάφορα μέρη της Aλβανίας.

Συνέδεσε την Εκκλησία της Aλβανίας με διεθνείς Eκκλησιαστικούς Oργανισμούς. Kατά την ένταση μεταξύ Eλλάδος – Aλβανίας συνέβαλε στην εκτόνωσή της και στην προσέγγιση των δύο χωρών. Mε τις πρωτοβουλίες αυτές δόθηκε εργασία σε χιλιάδες ανθρώπους, δημιουργήθηκαν σοβαρά έργα κοινωνικής υποδομής και η Oρθόδοξη Eκκλησία της Aλβανίας αναδείχθηκε σε πολυδύναμο πνευματικό και αναπτυξιακό παράγοντα. Συγχρόνως, αγωνίστηκε για την άμβλυνση των αντιθέσεων στα Βαλκάνια. Οι δράσεις του αυτές τον οδήγησαν ώστε να είναι υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 2000.

Η πριν τον Αναστάσιο Εκκλησία της Αλβανίας

Κατά τη διάρκεια της επικράτησης του καθεστώτος του Χότζα, υπέστησαν υλικές καταστροφές περίπου 1600 Ορθόδοξες Εκκλησίες. Σήμερα, σύμφωνα με τις πρόσφατες στατιστικές από τις θρησκευτικές κοινότητες στην Αλβανία, υπάρχουν 1239 εκκλησίες, σχεδόν οι μισές από τις οποίες (610) είναι ορθόδοξες. Σύμφωνα με την αλβανική Ορθόδοξη Εκκλησία, οι προσπάθειες κατασκευής νέων εκκλησιών και αποκατάστασης παλαιών υπήρξαν σε όλη την ιστορία της Νέας Αλβανικής Εκκλησίας επιτυχείς. Η κατασκευή περισσότερων ορθόδοξων εκκλησιών στη χώρα έχει τεθεί ως προτεραιότητα του σώματος.

Έγγραφα που δημοσιοποιούνται πρόσφατα από την αμερικανική κυβέρνηση αποκαλύπτουν ότι κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, η δύση καθώς επίσης και η ΕΣΣΔ αναφέρουν συχνά την Αλβανία ως «μουσουλμανική» χώρα, παρά την επίσημα αθεϊστική θέση της αλβανικής κυβέρνησης τότε. Δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία αναφορικά με το θρήσκευμα των κατοίκων της Αλβανίας, ενώ οι εκτιμήσεις ποικίλουν, καθώς ορισμένες πηγές αναφέρουν ακόμα και την πλειοψηφία του πληθυσμού να μην ανήκει ή να ακολουθεί κάποιο δόγμα. Σύμφωνα με το ερευνητικό κέντρο Pew, το ποσοστό των μουσουλμάνων ανέρχεται σχεδόν στο 60% και των χριστιανών στο υπόλοιπο 40%, ενώ η έκδοση World Factbook της CIA αναφέρει τους μουσουλμάνους στο 70%, τους χριστιανούς ορθόδοξους στο 20% και τους ρωμαιοκαθολικούς στο 10%.

Το αλβανικό έδαφος έχει κληρονομήσει πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες από τη βυζαντινή εποχή. Επιπλέον, πολλοί βυζαντινοί εκκλησιαστικοί φορείς έχουν ιδρυθεί στη χώρα από τη θρησκευτική αναγέννησή της, όπως η Αλβανική Βυζαντινή Εκκλησία, η οποία αποτελείται επίσης από άλλους οργανισμούς, όπως η Ιταλο-ελληνική Καθολική Εκκλησία, η οποία είναι επίσης γνωστή ως Ιταλο-αλβανική Καθολική Εκκλησία. Όσον αφορά στην πολιτιστική επιρροή του ορθόδοξου χριστιανισμού στην Αλβανία, είναι εμφανές ότι πράγματι υπάρχει. Ένα παράδειγμα είναι το Βεράτι, μια πόλη χτισμένη εξ ολοκλήρου κατά τη βυζαντινή περίοδο, αλλά και η Κορυτσά, η οποία έχει πολλές εκκλησίες με σαφή βυζαντινή επιρροή, δεδομένου ότι είναι επίσης η πόλη με τον πυκνότερο Ορθόδοξο πληθυσμό της Αλβανίας.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.