Ο Άγιος Βασίλης είναι ο αγαπημένος άγιος των παιδιών. Το διαχρονικό ερώτημα για την ύπαρξή του δεν αφορά μόνο την προσφορά των δώρων, αλλά και τη σχέση του κοκκινοφορεμένου με την άσπρη γενειάδα παππού, με την ελληνική χριστιανική παράδοση. Ποια είναι λοιπόν η ιστορία του ή η ιστορία τους;

Ο ορθόδοξος Άγιος Βασίλης ούτε με δώρα έχει σχέση, ούτε με χιόνια και έλκηθρα. Αντίθετα, αυτά που κρατάει στα χέρια του είναι «χαρτί και καλαμάρι» και βέβαια καθόλου χρήματα. Πατρίδα του θεωρείται η βιβλική Καισάρεια της Καππαδοκίας, το σημερινό Kayseri της Τουρκίας.

Η περιοχή μνημονεύεται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο και αποτέλεσε πεδίο διαμάχης για πολλούς λαούς, εξαιτίας των πλουσίων κοιτασμάτων της σε χρυσό, ασήμι και χαλκό. Τον 4ο μ.Χ. αιώνα αποτέλεσε το κέντρο του μοναστικού βίου που άνθησε στις βραχώδεις σπηλιές της περιοχής. Η Καισάρεια ήταν επίσης η «πατρίδα» ενός, μετέπειτα πολύ γνωστού και πικάντικου εδέσματος, του παστουρμά.

Ο ελληνικός, λοιπόν, Άγιος Βασίλης, όπως αναφέρει ο καθηγητής λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Μηνάς Αλεξιαδής, είναι «κάτι ανάμεσα στον Μέγα Βασίλειο της Καισαρείας, έναν από τους τρεις ιεράρχες και σε ένα πρόσωπο-σύμβολο του Ελληνισμού, που έφευγε από τα βάθη της Ασίας και έφτανε παντού: από τον Πόντο μέχρι την Πελοπόννησο και από την Μακεδονία μέχρι τον Κύπρο.

Ο δικός μας Άγιος Βασίλης είναι πεζοπόρος, κρατά στα χέρια του ένα ραβδί, συζητά με όλους τους ανθρώπους στο δρόμο και εύχεται καλοτυχία και καλή χρονιά στον κόσμο. Δεν έχει σάκο, ούτε κοφίνι. Δε φέρνει δώρα, αλλά την καλοχρονιά… Η 1η Ιανουαρίου ήταν η μέρα θανάτου του Μεγάλου Βασιλείου και έτσι η ελληνική παράδοση θεώρησε ότι ο Άγιος Βασίλης είναι εκείνος που φέρνει καλοτυχία και ευλογεί τη χρονιά…».

Ο ελληνικός, λοιπόν, Άγιος Βασίλης ακολουθεί τα χριστιανικά πρότυπα και ιδεώδη. Ψιλόλιγνος, ασκητής, πεζοπόρος χωρίς ιδιαίτερες προσωπικές ανάγκες γυρίζει τον κόσμο και μοιράζει ευχές. Παρουσιάζεται, έτσι, ως ένα ακόμα σύμβολο της ορθόδοξης εκκλησίας για να συντηρήσει τη διαχρονικότητα και τη συνέχεια του ελληνικού στοιχείου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, στην περιοχή της πάλαι ποτέ βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Ο Άγιος Βασίλης αποτελεί ουσιαστικά σύμβολο της λιτότητας και της ασκητικής ζωής. Δίνοντας μόνο την ευχή του αποτρέπει κάθε επιθυμία ή/και απαίτηση των πιστών προς την απόκτηση του ευζείν.

Αντίθετα, ο δυτικός κόσμος γνωρίζει έναν Άγιο Βασίλη, η εικόνα του οποίου είναι ο συνασπισμός μύθων και παραδόσεων ολόκληρης της Ευρώπης. Έναν Άγιο Βασίλη, που έχει υπερκεράσει και τον ορθόδοξο ανταγωνιστή του. Για τους προτεστάντες της Βόρειας και Κεντρικής Γερμανίας είναι ο «Weihnachtsmann», ο «άνθρωπος των Χριστουγέννων», ενώ για τους Άγγλους είναι ο «πατέρας των Χριστουγέννων» (father Christmas).

Ο συμπαθής γενειοφόρος κύριος με το έλκηθρο προέρχεται από τον Άγιο Νικόλαο. Για τους καθολικούς, ο Άγιος Νικόλαος είναι ο Santa Claus. Ή, διαφορετικά, Sinterklaas, στα ολλανδικά. Οι Ολλανδοί μετανάστες ήταν άλλωστε αυτοί που εξήγαγαν τη λέξη στην Αμερική τον 17ο αιώνα, όπου οι αγγλόφωνοι πληθυσμοί την υιοθέτησαν ως Santa Claus.

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στην Μικρά Ασία τον 3ο αιώνα μ.Χ. Είναι ο προστάτης των παιδιών και των ανθρώπων της θάλασσας. Κατά το 19ο αιώνα, ο Άγιος Νικόλαος θεωρήθηκε σε ολόκληρη περίπου την Ευρώπη το Christkindlein (το παιδί του Χριστού), ο οποίος παρέδιδε κρυφά παιχνίδια στα παιδιά.

Η πρώτη καταγραφή του ολλανδικού μύθου έγινε το 1809 από τον συγγραφέα Ουάσιγκτον Ίρβινγκ, ο οποίος – στο βιβλίο του «A history of New York» – περιέγραψε την άφιξη ενός αγίου πάνω σε άλογο, την παραμονή της γιορτής του Αγίου Νικολάου. Το 1812, ο Ίρβινγκ αναθεώρησε το βιβλίο του και ο Άγιος Νικόλαος εμφανίζεται μέσα σε ένα βαγόνι, το οποίο μπορεί και πετάει πάνω από τα δέντρα.

Λίγο αργότερα, το 1823, ο ιερέας Κλέμεντ Κλαρκ Μουρ, έγραψε ένα παιδικό ποίημα σε εφημερίδα της Νέας Υόρκης. Εκεί περιέγραφε τον Άγιο Νικόλαο σαν καλικάντζαρο που έμπαινε στα σπίτια από την καμινάδα και ταξίδευε με ιπτάμενο έλκηθρο που το έσερναν οχτώ τάρανδοι: Ντάσερ, Ντάνσερ, Μπράνσερ, Βίξεν, Κόμετ, Κιούμπιντ, Ντόντερ και Μπλίτσεν.

Η έμπνευση όμως του Αμερικανού εικονογράφου Τόμας Ναστ υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα πορεία του Santa Claus. Εκείνος ήταν που ζωγράφισε τον Santa Claus για το «Harper’s magazine» το 1863 και συνέχισε να το ζωγραφίζει μέχρι τα 1890. Κάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 1860 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Αβραάμ Λίνκολιν του ζήτησε να φτιάξει μία προπαγανδιστική εικόνα του Santa Claus με κάποιους στρατιώτες του.

Ήταν από τις πρώτες προσπάθειες άσκησης ψυχολογικού πολέμου στους αντιπάλους. Ο Ναστ στη συνέχεια, προσέθεσε και άλλες λεπτομέρειες, όπως ότι το εργαστήρι του Santa βρίσκεται στον Βόρειο Πόλο. Ο επίσημος όμως σχεδιαστής του Άγιου Βασίλη, που καθιέρωσε η Κόκα Κόλα και όλοι αυτόν γνωρίζουμε, είναι ο Huddon Sundblom.

Το υποτιθέμενο, επίσημο χωριό του Santa Claus είναι το Κορβατουντούρι (Korvatunturi) και βρίσκεται μόλις οκτώ χιλιόμετρα βόρεια του Ροβανιέμι της Λαπωνίας, στον Αρκτικό Κύκλο. Κορβατουντούρι σημαίνει «το ύψωμα του αυτιού» (Ear Fell). Επειδή λοιπόν, η περιοχή είχε κάπως το σχήμα του αυτιού, θεωρήθηκε ότι ο Άγιος Βασίλης ζούσε εκεί και «άκουγε» τις επιθυμίες των παιδιών.

Ωστόσο, το Ροβανιέμι θεωρείται πατρίδα του Αϊ-Βασίλη μόλις από τα τέλη του 19ου αιώνα. Καθώς οι θρύλοι γύρω από το πρόσωπο του Santa Claus πλήθαιναν, όλοι ήθελαν να μάθουν πού μένει. Κι επειδή γκρι τάρανδοι ήταν δύσκολο να υπάρξουν στον Βόρειο Πόλο, οι εφημερίδες το 1927 αποκάλυψαν ότι ο Αϊ-Βασίλης μένει στη φινλανδική Λαπωνία. Ο γκρι τάρανδος είναι, άλλωστε, το εθνικό ζώο της Λαπωνίας. Το μυστικό αποκαλύφθηκε σε εκπομπή του φινλανδικού ραδιοφώνου του 1927: ο Santa Claus μένει στο Κορβατουντούρι.

Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν οι εφημερίδες που αναπαρήγαγαν τον μύθο, ενώ η Κόκα Κόλα με τη γνωστή διαφήμιση έβαλε την τελευταία πινελιά: η εικόνα του Santa Claus με την κόκκινη στολή και τη λευκή γενειάδα είναι κατασκευή της Κόκα Κόλα. Τον έφτιαξε έτσι για τη διαφήμιση του δημοφιλούς ποτού το 1931.

Ενώ, λοιπόν, η Κόκα Κόλα χρησιμοποιεί την εικόνα του Santa Claus για να αυξήσει την κατανάλωσή της κατά την χειμερινή περίοδο, μετά από εβδομήντα χρόνια «συνεργασίας» διαπιστώνεται ότι και ο Santa Claus διαδόθηκε χάρη στην Κόκα Κόλα. Η κυρίαρχη εικόνα του Santa Claus πια είναι του συμπαθούς γενειοφόρου ένστολου πάνω στο έλκηθρο να παραδίδει δώρα και να πίνει Κόκα Κόλα.

Τα Χριστούγεννα μάλιστα, κυρίως στις παιδικές και εφηβικές ηλικίες, έγιναν άρρηκτα συνδεδεμένα με την εικόνα αυτή του Άγιου Βασίλη.

Το Κορβατουντούρι, το οποίο καθιερώθηκε ως το χωριό του Άγιου Βασίλη το 1927, άρχισε να αξιοποιείται τουριστικά μόλις στις αρχές του 1980. Καθώς οι υπόλοιπες τουριστικές περιοχές της Φιλανδίας δεν έφερναν αρκετά έσοδα, η Φιλανδική κυβέρνηση αποφάσισε να προωθήσει τον Άγιο Βασίλη.

Χωρίς την ύπαρξη του, η Λαπωνία δε θα είχε καμιά διαφορά με τις υπόλοιπες περιοχές του αρκτικού κύκλου. Με τη δημιουργία του όμως η Λαπωνία απόκτησε ιδιαίτερη τουριστική και οικονομική άξια. Το χωριό προσφέρει στους ενήλικες τη «νοσταλγία» της παιδικότητας, τη «ρομαντικότητα» του να γίνουν και να παραμείνουν παιδιά.

Από την άλλη μεριά τα παιδιά «οπτικοποιούν» τις ιστορίες που έχουν ακούσει για τον Άγιο Βασίλη. Μ’ αυτόν τον τρόπο το χωριό του Άγιου Βασίλη αλλά και ο ίδιος ο Άγιος Βασίλης που ζει σ’ αυτό, δίνουν «σάρκα και οστά» στην αφηρημένη εικόνα των «Χριστουγέννων» και του «Άγιου Βασίλη».

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.