Γεννήθηκε το 329 μ. Χ. στην Αριανζό της Καππαδοκίας, κοντά στην κωμόπολη Ναζιανζό, γι’ αυτό και πήρε την ονομασία Ναζιανζηνός. Οι γονείς του, Γρηγόριος και Νόννα ήταν ευγενείς γαιοκτήμονες. Ο πατέρας του ήταν πρώην ειδωλολάτρης ο οποίος είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό και κατόπιν είχε χειροτονηθεί επίσκοπος Ναζιανζού. Ο νεαρός Γρηγόριος μεγάλωσε σε χριστιανικό περιβάλλον και από νωρίς φάνηκαν τα σπάνια χαρίσματά του.
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: Πατέρας και οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας μας
Η οικονομική ευχέρεια των γονέων του επέτρεψε να λάβει μεγάλη μόρφωση. Άλλωστε και ο ίδιος αγαπούσε με πάθος τα γράμματα και τη μόρφωση. Σπούδασε στα καλλίτερα σχολεία της Καισάρειας και αργότερα, το 351, πήγε στην Αλεξάνδρεια και μετά στην Αθήνα να συμπληρώσει τις σπουδές του στη ρητορική και τη φιλοσοφία στις εκεί ονομαστές σχολές, έχοντας ως καθηγητές του τους ονομαστούς καθηγητές Ιμέριο και Προαιρέσιο και ως συμμαθητές του τον Μ. Βασίλειο και τον Ιουλιανό, τον μετέπειτα αυτοκράτορα. Η επίδοση των σπουδών του στην Αθήνα ήταν τέτοια, όπως και οι σπάνιες ικανότητές του, ώστε αναγορεύτηκε καθηγητής και δίδαξε εκεί ρητορική και φιλοσοφία για ένα χρόνο.
Bαπτίστηκε χριστιανός
Κατόπιν επέστρεψε στην Ναζιανζό, όπου βαπτίστηκε χριστιανός από τον επίσκοπο πατέρα του. Τότε άρχισε να γράφει το πρώτο θεολογικό του έργο για το Άγιο Βάπτισμα. Το 360 μεταβαίνει, ύστερα από πρόσκληση του παλιού του φίλου Βασιλείου, στον Πόντο, να ασκητέψει μαζί του κοντά στον Ίρι ποταμό. Το 361, ύστερα από παράκληση του πατέρα του, γυρίζει στην πατρίδα του, όπου τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, χωρίς τη θέλησή του, διότι ο Γρηγόριος ήθελε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Έφυγε για λίγο καιρό για την Αννεσόη, όπου ασκήτεψε για λίγο καιρό με τον Βασίλειο, ο οποίος τον ανάγκασε να γυρίσει και πάλι στην Ναζιανζό, όπου βρήκε την Εκκλησία διηρημένη εξαιτίας των αρειανών και τον πατέρα του κατηγορούμενο για αίρεση. Μέσα σε λίγο χρόνο κατόρθωσε να ενώσει και πάλι την Εκκλησία.
Τον ίδιο χρόνο είχε ανεβεί στο αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός (361-363), ο οποίος αποφάσισε να νεκραναστήσει την οριστικά νεκρή αρχαία ειδωλολατρική θρησκεία. Παράλληλα κήρυξε απηνή διωγμό κατά της Εκκλησίας. Ο Γρηγόριος άνοιξε αλληλογραφία με τον παλιό του φίλο αυτοκράτορα, αποδεικνύοντας πως οι πρακτικές του δεν είχαν καμιά σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό, το οποίο δήθεν υπεράσπιζε ο θρησκόληπτος Ιουλιανός. Ο θάνατός του Αποστάτη αυτοκράτορα το 363 έκλεισε το θλιβερό αυτό κεφάλαιο της ιστορίας.
Αλλά μια νέα περιπέτεια αντιμετώπιζε η Εκκλησία, το αρειανισμό, τον οποίο υποστήριζε ο αρεινόφρων αυτοκράτορας Ουάλης. Ο Γρηγόριος δίνει μεγάλους αγώνες να διαφυλαχτεί η Ορθοδοξία στη Μ. Ασία. Το 370 ο Μ. Βασίλειος εκλέγεται επίσκοπος Καισαρείας και το 372 χειροτονεί τον Γρηγόριο επίσκοπο Σασίμων και πάλι χωρίς τη θέλησή του. Αλλά σύντομα μεταβαίνει στη Ναζιανζό και μετά το θάνατο του πατέρα του, το 374, αναλαμβάνει να ποιμάνει την χηρεύουσα επισκοπή. Το 375 αποσύρθηκε σε Μονή της Σελεύκειας ως το θάνατο του Βασιλείου το 379.
Αντιμετωπίζει τους αρειανούς
Την ίδια χρονιά η Σύνοδος των επισκόπων της Αντιόχειας αποφάσισε να στείλει στην Κωνσταντινούπολη τον Γρηγόριο για να αντιμετωπίσει τους αρειανούς, οι οποίοι είχαν καταλάβει όλους τους ναούς. Μετέτρεψε έναν οικίσκο σε ναό της Αγίας Αναστασίας και εκεί εκφώνησε τους περίφημους θεολογικούς του λόγους, κατατροπώνοντας τους αιρετικούς. Το 380 με απόφαση του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄ εκλέχτηκε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και τον επόμενο χρόνο προήδρευσε της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου. Όταν κάποιοι επίσκοποι αμφισβήτησαν την κανονικότητα της εκλογής του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Βασιλεύουσας, με μια αξιοθαύμαστη πράξη, παραιτήθηκε και γύρισε στην πατρίδα του, όπου ποίμανε την επισκοπή της Ναζιανζού ως το 383. Εν τω μεταξύ κλονίστηκε σοβαρά η υγεία του και γι’ αυτό αποσύρθηκε σε οικογενειακό του κτήμα, όπου έζησε ειρηνικά με προσευχή, άσκηση, και νηστεία.
Θεολογικά συγγράμματα
Εκεί συνέγραψε τα περίφημα θεολογικά του συγγράμματά του και συνέθεσε τα, άφθαστου ποιητικής αξίας, ποιήματά του. Κοιμήθηκε ειρηνικά στις 25 Ιανουαρίου 391. Ανακηρύχτηκε άγιος, Πατέρας και οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας μας. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Ιανουαρίου, ημέρα της κοιμήσεώς του και στις 30 Ιανουαρίου μαζί με τους άλλους δύο Ιεράρχες, το Μ. Βασίλειο και τον Ι. Χρυσόστομο.