O Άγιος Εφραίμ (14 Σεπτεμβρίου 1384 - 5 Μαΐου 1426) είναι ένας από τους "νεοφανείς" αγίους. Η ανακομιδή των λειψάνων του γιορτάζεται στις 3 Ιανουαρίου ενώ η μνήμη του στις 5 Μαΐου. Τα λεπτομερή βιογραφικά στοιχεία του λέγεται ότι αποκαλύφθηκαν στη μοναχή Μακαρία Δεσύπρη σε μια σειρά από οράματα που είχε το 1950. Σύμφωνα με αυτά, το κοσμικό όνομα του Αγίου Εφραίμ ήταν Κωνσταντίνος Μόρφης και έδρευε στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο όρος Αμωμών Αττικής (Νέα Μάκρη) που καταστράφηκε έπειτα από λεηλάτησεις των οθωμανών, όμως ξανα χτίστηκε στην ίδια τοποθεσία. Στα Τρίκαλα από όπου ήταν η καταγωγή του γίνεται πανήγυρις στον Ιερό ναό Αγίου Στεφάνου όπου σύμφωνα με την παράδοση απέναντι εβρίσκετο το πατρικό του.
Γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1384 στα Τρίκαλα κοντά στο Ληθαίο ποταμό. Ήταν γιος πολυμελούς οικογένειας της οποίας ο πατέρας πέθανε όταν ο Κωνσταντίνος ήταν πολύ μικρός.
Για να τον γλυτώσουν από το παιδομάζωμα τον έστειλαν στη Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο όρος Αμωμών σε ηλικία μόλις 14 ετών. Εκεί έμεινε ως την ηλικία των 18 ετών σαν δόκιμος μοναχός. Τότε χρίστηκε μοναχός και σε λίγα χρόνια Ιερέας.
Από το 1416 που κατελήφθη η Αθήνα από τους Οθωμανούς η Ιερά Μονή γνώρισε δυο καταστροφές.
Κατά την πρώτη ο άγιος έτυχε να προσεύχεται σε μια σπηλιά στο βουνό. Ο οθωμανικός στρατός κατέσφαξε τους άλλους πατέρες και μοναχούς και ακολούθως ο Άγιος τους έθαψε σαν γύρισε.
Τη δεύτερη στις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 επέστρεψαν, τον βρήκαν και τον βασάνισαν με ιδιαίτερη αγριότητα για οκτώμισι μήνες. Μαρτύρησε στις 5 Μαΐου 1426 ημέρα Τρίτη στις 9 το πρωί σε ηλικία 42 ετών.
Το δέντρο όπου τον κάρφωσαν και άφησε την τελευταία του πνοή υπάρχει μέχρι σήμερα.
Όσο ήταν εν ζωή διακρίθηκε για τον ένθεο ζήλο του και τον κοπιώδη αγώνα του ως ιερωμένος. Μπήκε ακόμη στο Άγιο Θυσιαστήριο και λειτουργούσε Ισάγγελος.
Εύρεση σκηνώματος
Ο Άγιος Εφραίμ είναι ένας “νεοφανής” άγιος. Η μοναχή Μακαρία Δεσύπρη βρήκε το ιερό σκήνωμα στις 3 Ιανουαρίου 1950 στον τόπο όπου σήμερα βρίσκεται η Ιερά Μονή Αμώμων στη Νέα Μάκρη Αττικής και έτσι επιβεβαιώθηκαν τα λεγόμενα και οι εμφανίσεις του Αγίου που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τότε.
Ήταν από τη στιγμή που έχτισε το κελί της κοντά στα ερείπια το 1945 που σκεφτόταν ότι σε εκείνο το μέρος είχαν ζήσει πολλοί μοναχοί και μέλημά της ήταν να της φανερωθεί κάποιος από αυτούς.
Προσευχήθηκε στον Κύριο γι’ αυτό και ολοένα και πιο δυνατά της έλεγε η ψυχή της να σκάψει και να βρει αυτό που επιθυμούσε. Ταυτόχρονα της υποδεικνυόταν και το σημείο το οποίο θα έσκαβε.
“Καθισμένη πάνω στα ερείπια του παλιού μοναστηριού, όπου η θεία Πρόνοια οδήγησε τα βήματά μου, έφερνα το στοχασμό μου σε χρόνια περασμένα, σε παλιούς καιρούς, όταν σκορπισμένα ήταν παντού τα κόκαλα των Άγιων Μαρτύρων… Και καθώς καταγινόμουν στο καθάρισμα των χαλασμάτων, αναλογιζόμουνα ότι βρισκόμουνα σε τόπο ιερό και έλεγα: Θεέ μου αξιωσέ με την ανάξια, να ιδώ και εγώ έναν από τους παλιούς πατέρες που εδώ έζησαν…”
Ολοένα και πιο πολύ σαν ενστικτωδώς είχε σφηνωθεί στο νου της ένα συγκεκριμένο σημείο κοντά σε ένα μισογκρεμισμένο τζάκι.
Μαζί με ένα εργάτη το 1950, ο οποίος δεν ήθελε να σκάψει σε εκείνο το σημείο που του έλεγε η μοναχή Μακαρία, βρήκαν κάτω από το τζάκι ένα κελί μοναχού γύρω στα 1 μέτρα και 70 εκατοστά, μαζί με ένα σκήνωμα που ευωδίαζε. Το ράσο του ήταν ανέπαφο και είχαν περάσει 500 χρόνια από την κοίμησή του.
Προσεκτικά ξέθαψε η ίδια όλο το σκήνωμα, διότι ο εργάτης έσκαβε νευρικά και σα να έκανε αγγαρεία και ύστερα το τοποθέτησε σε μια θυρίδα πάνω από τον τάφο.
Η ίδια τότε είπε: «Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάστηκα το σκήνωμα του Αγίου και αισθάνθηκα βαθιά την έκταση του μαρτυρίου του.
Η ψυχή μου γέμισε από αγαλλίαση, απέκτησα μεγάλο θησαυρό, και παίρνοντας το χώμα με προσοχή έβλεπα την αρμονία του σκηνώματός του, που, αν και τόσους αιώνες μέσα στη γη, δεν είχε αλλοιωθεί»
Εκεί που διάβαζε τον εσπερινό ένα βράδυ άκουσε πίσω της βαριούς βηματισμούς και κατάλαβε ότι κάποιος κοντοστάθηκε έξω από την πόρτα της εκκλησίας.
Τα βήματα έρχονταν από τον τάφο. Γύρισε κατατρομαγμένη για πρώτη φορά και είδε έναν μοναχό ψηλό “με μικρά στρογγυλά μάτια που τρεμόπαιζαν στις κόγχες τους”, λιγνό και με μαύρα κάπως σγουρά γένια να της λέει “Ως πότε θα με έχεις εκεί μέσα; Και εκείνος (ο εργάτης) πως πέταξε το κεφάλι μου έτσι;” .
“Συγχώρεσέ με” του είπε η μοναχή Μακαρία “και μόλις ξημερώσει ο Θεός την ημέρα Του, θα σε φροντίσω”. Και αμέσως εξαφανίστηκε. Ως σήμερα φυλάσσεται μέσα στον ιερό ναό.
Ένα φως λαμπρό και υπερκόσμιο στεκόταν στο αριστερό του χέρι, αφήνοντας λίγα εκατοστά από αυτό ενώ με το άλλο του χέρι ευλογούσε.
Ο Άγιος Εφραίμ της είπε ακόμη στο όνειρο της το ίδιο βράδυ “Σ’ ευχαριστώ πολύ. Ονομάζομαι Εφραίμ”.
Ανακήρυξη σε Άγιο
Το 2011, κατόπιν του υπ’ αριθμ. πρωτ. 217 και από 11ης μηνός Μαρτίου ε. ε. Γράμματος της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, “υπό της εν Κωνσταντινουπόλει Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, συνωδά τη κρατούση πράξει και τάξει της Αγίας ημών Εκκλησίας, ανεγράφη προσφάτως εν ταις Αγιολογικαίς δέλτοις της Εκκλησίας ο Άγιος Ένδοξος Οσιομάρτυς Εφραίμ ο νέος, ο εν τω όρει των Αμώμων μαρτυρικώς τελειωθείς, της μνήμης αυτού τελουμένης τη ε Μαΐου εκάστου έτους, της δε ευρέσεως των λειψάνων αυτού εορταζομένης τη γ Ἰανουαρίου εκάστου έτους, εκδοθείσης επί τούτω Πατριαρχικής και Συνοδική Πράξεως”.