Ο Άγιος ήλθε στον κόσμο γύρω στο 280 μ.Χ. στην Μεγάλη Θεσσαλονίκη από γονείς επισήμους, οι οποίοι κατάγονταν από τις πιο επιφανείς οικογένειες των Μακεδόνων. Η σημαντικότατη τότε πόλη της Θεσσαλονίκης βρισκόταν ακόμη στο σκότος της ειδωλολατρίας. Είχε δεχθεί στο εύφορο έδαφος της τον σπόρο του Ευαγγελικού Κηρύγματος από τον Απόστολο των Εθνών Παύλο, περίμενε όμως να στείλει ο Θεός την μεγαλειώδη μορφή του διδασκάλου και μάρτυρος Του Δημητρίου, για να καρποφορήσει όχι πλέον «εν τριάκοντα», αλλά «εν εκατόν» (Μάρκ. δ’ 8), και να ετοιμαστεί για να αναδειχθεί σε λίγο «η πρώτη μετά την πρώτη», την Κωνσταντινούπολη.
Άγιος Δημήτριος ο μυροβλύτης: O βίος και τα μαρτυρία του Αγίου
Οι γονείς του ήταν θαυμαστοί για την αρετή της ψυχής τους. Η δε παιδεία του συνταιριασμένη με την ψυχική ευγένεια, την ωραιότητα του σώματος και το άσπιλο της ψυχής, καθιστούσε τον Δημήτριο επάξιο κατοικητήριο του Θεού, ναό αγιασμένο του Υψίστου.
Και στην μεν παιδική και την εφηβική ηλικία υπερίσχυσε από όλους τους συνομηλίκους του και δεν υπήρχε κανένα αληθινό αγαθό στο οποίο να μη διέφερε πολύ από τους άλλους.
Όταν δε έφθασε στην ανδρική ηλικία, έδειχνε την φυσική του δύναμη εξασκώντας την ανδρεία και την ρωμαλεότητα και μαθαίνοντας την τέχνη του πολέμου· είχε όμως και άριστο ήθος, ήταν ντροπαλός και γινόταν πιο συμπαθής με την σεμνότητά του.
Το πιο αξιοθαύμαστο και ανθρωπίνως ανέφικτο ήταν ότι η παρθενία του, την οποία ασπάστηκε από την νεότητά του, δεν περιοριζόταν στο σώμα, αλλά βασίλευε και στην ψυχή του.
Αυτά τον έκαναν περιβόητο σε όλους τόσο, πού και ο ίδιος ο βασιλέας εζήτησε να τον γνωρίσει.
Καταλαβαίνοντας λοιπόν τον μεγαλοφυή χαρακτήρα του Δημητρίου ο βασιλέας, τον ανεβάζει από την αρχή σε μεγάλη δόξα αναγορεύοντας τον πρώτα συγκλητικό της Θεσσαλονίκης και μετά ανθύπατο και αυθέντη της Ελλάδος, φορώντας του την κατάλληλη στρατιωτική στολή, το δακτυλίδι στο χέρι, καθώς και τον επίσημο ωρατίωνα (τήβεννο) του υπάτου.
Όταν ο βασιλέας τον κόσμησε με όλα τα υπατικά διάσημα και του έδωσε στα χέρια τόσο μεγάλη εξουσία, φρόντιζε όλα τα κοινά και διοικούσε τα πάντα νομίμως.
Είναι χαρακτηριστική η πληροφορία πού μας έχει διασώσει η παράδοση σχετικά με την προσωπική του ζωή, ότι δηλαδή την εποχή της υπατείας του είχε ορίσει κάποιον από τους έμπιστους του ανθρώπους να τον ξυπνά συχνά τις νυκτερινές ώρες, ώστε να «προσκαρτερή τη προσευχή και τη δεήσει» (Πράξ. α΄ 14).
«Ως ωραίοι οι πόδες των Ευαγγελιζομένων…»
Ο θεόσταλτος αυτός προστάτης, σύντροφος και διδάσκαλος των Θεσσαλονικέων, γέμιζε την πόλη από ορθοδοξία και κατατρόπωνε όσους είχαν διαφορετικό φρόνημα.
Έλεγαν οι παλαιοί, ότι εκείνοι πού εμβάθυναν στα θεια ζητούσαν να εξακριβώσουν ποιος είναι ο λόγος, για τον οποίο η φήμη του μάρτυρος αυτού, πού έστεψε ο Θεός φύλακα της Θεσσαλονίκης, απλώθηκε τόσο πολύ• και βεβαιώθηκαν ότι αυτό συνέβη όχι τόσο εξαιτίας των σωματικών θεραπειών πού γίνονταν από την προσευχή του, όσο για την κάθαρση των ψυχών πού γινόταν με την διδαχή του.
Έτσι λοιπόν πολλοί απολαμβάνοντας την γλυκύτατη διδασκαλία του μάρτυρος απομακρύνθηκαν από το πικρό σκοτάδι της απάτης και ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμό μπαίνοντας στον χώρο πού λάμπει το γλυκό φώς της αληθείας.
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου εδώ: Άγιος Δημήτριος ο μυροβλύτης: Γιορτή στις 26 Οκτωβρίου