ΑΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: Κάθε χρόνο στις 17 του Γενάρη. Έθιμο μοναδικό, όσο μοναδικός είναι και ο τόπος, όσο μοναδική είναι και η ιδιότυπη κοινωνία, αρμονική συνύπαρξη ποιμένων και ναυτικών. Τα «ζυμαρένια ανθρωπάκια του Αγίου Αντωνίου». Ή αλλιώς, τα ανθρωπόσχημα τάματα που σημάδεψαν γενιές και γενιές Σφακιανών.
Άγιος Αντώνιος ο Μέγας – 17 Ιανουαρίου
Έθιμο μοναδικό, όσο μοναδικά είναι και τα Σφακιά. O Άγιος Αντώνιος εδώ δεν είναι ο «καθηγητής της ερήμου», δεν είναι ο θεμελιοτής του χριστιανικού μοναχισμού, όπως τον ξέρουν σ’ όλον τον άλλο κόσμο. Ο Αγιος Αντώνιος των Σφακιανών του Λουτρού είναι… γιατρός. Ας μην το λέει κανένα συναξάρι. Φτάνει που το λέει το μεγάλο συναξάρι της λαϊκής παράδοσης. Αλλωστε, τούτο το λαϊκό συναξάρι δεν μπορεί κανείς νόμος να το καταργήσει, καμιά διάταξη δεν είναι ικανή να το απορρίψει. Ο ιατρός Αγιος περιμένει εκεί στον ίδιο τόπο για αιώνες τώρα, έτοιμος να προσφέρει την ελπίδα στους ανθρώπους που προστρέχουν στο ιερό ζητώντας τη Χάρη του.
Ο Άγιος Αντώνιος θεραπεύει τα σωματικά και τα ψυχικά πάθη, απαλλάσσει τους ανθρώπους από αρρώστιες και πόνους. Ο ναός του είναι μικρός και απέριττος, πιθανότατα αρχαίος τόπος λατρείας αδιερεύνητης.
Ένα σπήλαιο σε μια γωνιά της αρχαίας πόλης, στην άκρη του Λιβυκού, μέσα στο οποίο οι παλιοί -περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια πριν – θα μπορούσαν να λάτρευαν τους δικούς τους θεούς.
Ο νότιος τοίχος χτίστηκε κι εξασφαλίστηκε η προστασία του ιερού από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες. Τίποτ’ άλλο. Μόνο μια αυλή πλακοστρωμένη. Και γκρεμοί. Κι ένα καμπαναριό. ‘Οταν χτυπούν τις καμπάνες ακούνε τ’ αγρίμια και τα κύματα.
Σ’αυτόν τον Άγιο που γιορτάζει μέσα στο καταχείμωνο οι Σφακιανοί συνήθιζαν να κουβαλούν τα μοναδικά τάματα τους: ψωμιά σε σχήματα ανθρώπων και ανθρωπίνων μελών. Πάνε δεκαετίες από τότε που έφερναν και άρτους ζωόσχημους.
Ωστόσο, πολλές Σφακιανές έπλαθαν κεφάλια και μάτια, πόδια και χέρια, ακόμη και καρδιές. Αν αρρώσταινε κάποιος τον έταζαν στον Αγιο. Και… τον πήγαιναν. Κάθε πρωί στις 17 του Γενάρη, κάτω από δύσκολες συνήθως συνθήκες (κακοκαιρίες), ο χώρος μπροστά από το τέμπλο μετατρεπόταν σε τόπο εκπλήρωσης του χρέους: δεκάδες ψωμιά ήταν εκεί και περίμεναν τον ιερέα να τα ευλογήσει. Κι ύστερα, στο τέλος, έκοβαν σε κομμάτια τους ανθρωπόσχημους άρτους και πρόσφεραν στο εκκλησίασμα.
Προσθήκη σχολίου