Ο Άγιος Αντώνιος γεννήθηκε το 251 μ.Χ. στην Άνω Αίγυπτο από πλούσιους και ενάρετους γονείς, τους οποίους έχασε σε νεαρή ηλικία. Συγκεντρώνει όμως την προσοχή του στην μυστική θεωρία των μοναχών της ερήμου και στην φροντίδα της μικρής αδελφής του. Γρήγορα αποφασίζει να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και αναχωρεί για την έρημο, αφού πρώτα τακτοποίησε την μικρότερη αδελφή του και μοίρασε την μεγάλη πατρική περιουσία στους φτωχούς της περιοχής του.
Ο Άγιος Αντώνιος στην έρημο παίδευσε την ψυχή του και τιθάσευσε τα πάθη του φθάνοντας στα ανώτατα όρια της άσκησης ώστε η ψυχή του αγίου μπορούσε να εξέρχεται του σώματός του ενώ βρισκόταν ακόμη εν ζωή.
Γίνεται το πρότυπο των ασκητών
Πολλοί εξ αυτών έφθαναν στην έρημο για να τον ακούσουν και να τον συμβουλευθούν. Παρέδωσε την μακάρια ψυχή του στον μισθαποδότη Θεό σε ηλικία 105 ετών.
Αν και, όπως λέγει ο Μέγας Αθανάσιος, μία από τις τελευταίες επιθυμίες του Οσίου Αντωνίου ήταν να μείνει κρυφός ο τόπος της ταφής του, οι μοναχοί που μόναζαν κοντά του έλεγαν ότι κατείχαν το ιερό λείψανό του, το οποίο επί Ιουστινιανού (561 μ.Χ.), κατατέθηκε στην Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Αλεξάνδρεια και από εκεί αργότερα, το 635 μ.Χ., μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη.
Άγιος Αντώνιος – 17 Ιανουαρίου: Το ξεχωριστό έθιμο στα Σφακιά της Κρήτης
Ένα Έθιμο μοναδικό, όσο μοναδικά είναι και τα Σφακιά.
O Άγιος Αντώνιος εδώ δεν είναι ο «καθηγητής της ερήμου», δεν είναι ο θεμελιοτής του χριστιανικού μοναχισμού, όπως τον ξέρουν σ’ όλον τον άλλο κόσμο.
Ο Αγιος Αντώνιος των Σφακιανών του Λουτρού είναι… γιατρός.
Ας μην το λέει κανένα συναξάρι. Φτάνει που το λέει το μεγάλο συναξάρι της λαϊκής παράδοσης.
Αλλωστε, τούτο το λαϊκό συναξάρι δεν μπορεί κανείς νόμος να το καταργήσει, καμιά διάταξη δεν είναι ικανή να το απορρίψει.
Ο ιατρός Αγιος περιμένει εκεί στον ίδιο τόπο για αιώνες τώρα, έτοιμος να προσφέρει την ελπίδα στους ανθρώπους που προστρέχουν στο ιερό ζητώντας τη Χάρη του.
Ο Άγιος Αντώνιος θεραπεύει τα σωματικά και τα ψυχικά πάθη, απαλλάσσει τους ανθρώπους από αρρώστιες και πόνους.
Ο ναός του είναι μικρός και απέριττος, πιθανότατα αρχαίος τόπος λατρείας αδιερεύνητης.
Ένα σπήλαιο σε μια γωνιά της αρχαίας πόλης, στην άκρη του Λιβυκού, μέσα στο οποίο οι παλιοί -περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια πριν – θα μπορούσαν να λάτρευαν τους δικούς τους θεούς.
Ο νότιος τοίχος χτίστηκε κι εξασφαλίστηκε η προστασία του ιερού από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες.
Τίποτ’ άλλο. Μόνο μια αυλή πλακοστρωμένη. Και γκρεμοί.
Κι ένα καμπαναριό.
‘Οταν χτυπούν τις καμπάνες ακούνε τ’ αγρίμια και τα κύματα.
Έτσι γιατί σ’ αυτές τις κοινωνίες η οικολογία δεν είναι μόδα αλλά ανάγκη!
Ο σεβασμός στο ζαηαανό είναι σεβασμός στη ζωή.
Φτενός ο τόπος, η βοσκή των αιγοπροβάτων εξασφάλιζε τα χρειώδη και, σ’ ένα βαθμό, την επιβίωση.
Παλιότερα, κάθε χρόνο στα μισά του Γενάρη οι Σφακιανοί άναβαν τους φούρνους.
Ζύμωναν και φούρνιζαν τα τάματα της χρονιάς.
Τα περισσότερα τάματα πλάθονταν σε σχήμα ανθρωπίνου σώματος.
Ωστόσο, πολλές Σφακιανές έπλαθαν κεφάλια και μάτια, πόδια και χέρια, ακόμη και καρδιές. Αν αρρώσταινε κάποιος τον έταζαν στον Αγιο. Και… τον πήγαιναν.
Κάθε πρωί στις 17 Ιανουαρίου, κάτω από δύσκολες συνήθως συνθήκες (κακοκαιρίες), ο χώρος μπροστά από το τέμπλο μετατρεπόταν σε τόπο εκπλήρωσης του χρέους: δεκάδες ψωμιά ήταν εκεί και περίμεναν τον ιερέα να τα ευλογήσει.
Κι ύστερα, στο τέλος, έκοβαν σε κομμάτια τους ανθρωπόσχημους άρτους και πρόσφεραν στο εκκλησίασμα.
Διηγούνται πως μια Σφακιανή είχε τάξει το κεφάλι του παιδιού της που πονοΰοε, Και πήγε το τάμα της στον Αγιο Αντώνιο, αλλά πρωτοτύπησε. Μέσα στο ζυμάρι είχε βάλει και… μυζήθρα! Το κεφάλι και το μυαλό.