Πως φθάσαμε στην διακοπή του μνημοσύνου του πατριάρχου Αθηναγόρα το 1970.
[Στην περίπτωσι αυτή, που «γυμνή τη κεφαλή» κηρύττει διδασκαλίες αντορθόδοξες, δεν απαιτείται προηγουμένως απόφασι καθαιρέσεως από αρμόδιο συνοδικό δικαστήριο·…
η καθαίρεσις επέρχεται αυτομάτως κατά τον ΙΕ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τον οποίο και εγώ ως ιεροκήρυξ είχα μνημονεύσει και είχα ζητήσει από τους αρχιερείς της Β. Ελλάδος να τον εφαρμόσουν και να διακόψουν την κοινωνία με τον οικουμενικό πατριάρχη.]
Τι προηγήθηκε (Φεβρ. 1970). Μόλις έγινα επίσκοπος ωρισμένοι παλαιοημερολογίται με κατηγορούσαν, ότι δεν έπαυσα το μνημόσυνο του πατριάρχου Αθηναγόρα, που δεν ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, και δεν τον απεκήρυξα ως αιρετικό.
Το μνημόσυνο του πατριάρχου στην θ. λειτουργία, το «Εν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, … ον χάρισαι ταίς αγίαις σου εκκλησίαις εν ειρήνη, σώον, έντιμον, υγιά, μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της σης αληθείας», όπως παρατηρεί ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, δεν έχει την έννοια βεβαιώσεως όλων αυτών· εκφράζει ευχή, ο Κύριος να χαρίζη στον επίσκοπο η στον πατριάρχη ψυχική ειρήνη, σωματική υγεία, αγαθή φήμη, και διδασκαλία κατά πάντα ορθόδοξη.
Ο πατριάρχης Αθηναγόρας χωρίς αμφιβολία είχε προβή σε ενέργειες, που τον έφεραν μακριά από το ορθόδοξο φρόνημα· μου ζητούσαν λοιπόν να τον κηρύξω γι᾿ αυτές αιρετικό, να τον διαγράψω από τα δίπτυχα και να παύσω το μνημόσυνό του.
Τους απήντησα, ότι ωρισμένες ενέργειες του πατριάρχου ήταν παραβάσεις ι. κανόνων που, αν αποδειχθούν αληθινές, συνεπάγονται καθαίρεσι. Αλλά ποιος θα του επιβάλη την καθαίρεσι; Το αρμόδιο όργανο για κληρικούς είνε η Σύνοδος, και για τον οικουμενικό πατριάρχη η Ιεραρχία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αλλά δυστυχώς δεν κατέστη υπόδικος ενώπιον αυτής, και έτσι παρέμενε στο θρόνο.
Όπως έλεγε ο αείμνηστος μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης ο αρχιεπίσκοπος των παλαιοημερολογιτών, η καθαίρεσι και ο αφορισμός διακρίνονται σε «δυνάμει» και σε «ενεργεία».
Κληρικός που ξέφυγε από την Ορθοδοξία, μέχρις ότου κριθή από Σύνοδο, μπορεί να θεωρηθή δυνάμει καθηρημένος· ενεργεία καθηρημένος καθίσταται μόνο μετά από συνοδική κρίσι. Το ίδιο λέει και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο Πηδάλιο (Αθήναι 19829, σ. 4-5).
Αυτά ισχύουν για τις αντικανονικές ενέργειες του πατριάρχου. Για παραβάσεις δηλαδή ι. κανόνων εθεωρείτο δυνάμει καθηρημένος, δεν ήταν όμως και ενεργεία.
Αλλ᾿ υπήρχαν και ενέργειές του που έθιγαν δόγματα. Και στην περίπτωσι αυτή, αφού «γυμνή τη κεφαλή» κηρύττει διδασκαλίες αντορθόδοξες, δεν απαιτείται προηγουμένως απόφασι καθαιρέσεως από αρμόδιο συνοδικό δικαστήριο· η καθαίρεσις επέρχεται αυτομάτως κατά τον ΙΕ΄ κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τον οποίο και εγώ ως ιεροκήρυξ είχα μνημονεύσει και είχα ζητήσει από τους αρχιερείς της Β. Ελλάδος να τον εφαρμόσουν και να διακόψουν την κοινωνία με τον οικουμενικό πατριάρχη.
Γιατί τώρα, με ρωτούσαν, που γίνατε επίσκοπος της Βορείου Ελλάδος, δεν εφαρμόζετε ο ίδιος τον κανόνα και δεν διακόπτετε την πνευματική σχέσι με τον πατριάρχη;
Απάντησις. Εξακολουθώ να πιστεύω ο,τι πίστευα και τότε. Δεν εφαρμόζω όμως ακόμη τον κανόνα αυτόν, όχι διότι φοβούμαι· διεκινδύνευσα ήδη το θρόνο κατ᾿ επανάληψιν για την εφαρμογή ι. κανόνων. Αλλ᾿ ενώ έχω την απόφασι να τον εφαρμόσω, τρέμω και ιλιγγιώ εμπρός στην ευθύνη απέναντι στο Θεό και τους ανθρώπους για μία ενέργεια που θα έχη χαρακτήρα δονήσεως μέσα στην Ορθόδοξο Εκκλησία.
Ἐρευνῶ λοιπὸν καὶ βασανίζω τὸ πρᾶγμα βαθύτερα, καὶ περιμένω πληροφορία τῆς συνειδήσεώς μου, ἡ ὁποία ἰσχυρῶς νὰ μὲ πείθῃ ὅτι ἤγγικεν ἡ ὥρα.
Παρακολουθῶ μὲ προσοχὴ καὶ ἀγωνία τὴν ἐξέλιξι τῆς καταστάσεως. Βλέπω, ὅτι καὶ ἄλλοι ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀνησυχοῦν καὶ διερωτῶνται· ποῦ πᾶμε; Κάτι φοβερὸ ἐγκυμονοῦν οἱ καιροί μας. Συνεχῶς προετοιμάζω τὴν ψυχή μου, τὸ ποίμνιό μου, καθὼς καὶ τὶς ψυχὲς τῶν φίλων ἀναγνωστῶν, γιὰ τὴν κρίσιμη ὥρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Είθε ὁ Κύριος ἀποτρέψῃ ἀπὸ μᾶς τὸ πικρὸ ποτήριο. Είθε νὰ μὴ διασπασθῇ ἡ ἑνότης διὰ τῆς πραγματοποιήσεως ἐνδομύχων πόθων ὡρισμένων οἰκουμενιστῶν ταγῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐν πάσῃ ὅμως περιπτώσει τὸ πότε καὶ πῶς θὰ ἐφαρμόσω τὸν ἀνωτέρω κανόνα, δὲν θὰ μοῦ τὸ ὑποδείξουν ἀνεύθυνα πρόσωπα, ἀλλὰ ἡ συνείδησί μου, ἀκούγοντας καὶ τὴ φωνὴ τοῦ λαοῦ ἐκείνου ποὺ ἀγωνίσθηκε μαζί μου σὲ ἡμέρες σκληρᾶς δοκιμασίας (Ἡ κανονικότης τῆς ἐκλογῆς καὶ χειροτονίας μου, Ἀθῆναι 1990, σσ. 144-151).
Διακοπή μνημοσύνου του πατριάρχου Αθηναγόρα
Ἡ παῦσις ἔγινε πλέον (Μάρτιο 1970). Ἐπικροτῶ τὴν πρᾶξι τοῦ μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβροσίου, ποὺ ἔπαυσε τὸ μνημόσυνο τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα ἐξ αἰτίας καὶ νεωτέρων δηλώσεών του περὶ κοινοῦ ποτηρίου, πρωτείου, ἀλαθήτου καὶ φιλιόκβε. Ἡ παῦσις ὁπωσδήποτε θὰ ἐπεκταθῇ. Καὶ ἄλλοι ἱεράρχαι ἑτοιμάζονται νὰ διαμαρτυρηθοῦν. Ἡ κατάστασι ἐκτραχύνεται. Τὸ σκάνδαλο παίρνει διαστάσεις. Τὸ γόητρο τοῦ Πατριαρχείου πέφτει. Πλησιάζει κάποια τρομακτικὴ διάσπασις τῆς ἑνότητος τοῦ ὀρθοδόξου κόσμου· θὰ ἐπακολουθήσῃ πνευματικὸς ὄλεθρος.
Νά τ᾿ ἀποτελέσματα τοῦ διαλόγου ποὺ ἄρχισαν πάπας καὶ πατριάρχης. Ὁ διάλογος εἶνε πονηρὴ παγίδα τοῦ παπισμοῦ γιὰ νὰ διαλύσῃ τὴν Ὀρθοδοξία.
Ἡ Διαρκὴς Ἱ. Σύνοδος, ὅπως παρετήρησαν καὶ ἄλλοι, δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ τὴν κατάστασι. Εἶνε ἀνάγκη νὰ συγκληθῇ ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία στὸ κεφαλαιῶδες τοῦτο ζήτημα εἶμαι βέβαιος ὅτι μὲ θαυμαστὴ ἑνότητα θὰ στηλιτεύσῃ τὶς παρεκκλίσεις ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ θ᾿ ἀπευθύνῃ διάγγελμα πρὸς ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, ποὺ εἶνε ἀπογοητευμένος ἀπὸ τὶς ἀντικανονικὲς καὶ ἀντορθόδοξες ἐνέργειες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἴσως ὁ πατριάρχης, πρὸ τοῦ κινδύνου καταδίκης του ἀπὸ ὅλη τὴν Ἱεραρχία, ν᾿ ἀνανήψῃ.
Ἡ Διαρκὴς Ἱ. Σύνοδος, ἀμέσως μετὰ τὴ δημοσίευσι τῶν φρικωδῶν δηλώσεων τοῦ πατριάρχου περὶ πρωτείου, ἀλαθήτου τοῦ πάπα καὶ φιλιόκβε, θὰ ἔπρεπε νὰ συγκληθῇ σὲ ἔκτακτη συνεδρίασι, ν᾿ ἀπευθύνῃ ἐρώτημα στὸν πατριάρχη ἂν εἶνε ἀκριβεῖς ἢ ὄχι οἱ δηλώσεις, καὶ νὰ καθησυχάσῃ τὸν ὀρθοδόξου λαοῦ.
Ἱεράρχαι ποὺ διαμαρτυρήθηκαν ἢ καὶ ἔπαυσαν τὸ μνημόσυνο, ὄχι μόνο ἀπαλλάσσονται ἀπὸ εὐθύνη, ἀλλὰ εἶνε καὶ ἄξιοι ἐπαίνου, διότι ἑρμήνευσαν ὀρθὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου.
Δημιουργήθηκε σοβαρὸ ζήτημα πίστεως καὶ κρίσεως τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως, τὸ ὁποῖο μόνο ἡ Ἱεραρχία μπορεῖ ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ. Τὶς τυχὸν ἐναντίον διαμαρτυρομένων ἱεραρχῶν φωνὲς ἀπίστων, ἀθέων, πνευματιστῶν, μασόνων, οἱ ὁποῖοι εἶνε ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι καὶ ληξιαρχικῶς μόνο ἀνήκουν στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, πρέπει νὰ περιφρονήσουμε σὰν γαυγίσματα μικρῶν σκύλων, ὅπως διδάσκουν ἀείμνηστοι πρόμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂς ἀκούσουμε τὰ πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ὁποῖα ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς Ἑλλάδος στρέφουν ἐναγωνίως τὰ βλέμματά τους πρὸς τοὺς ποιμένας, ζητώντας ῥωμαλέα ὑπεράσπισι τῆς πατροπαραδότου εὐσεβείας (Ἀπολογισμὸς μιᾶς 4ετίας, Ἀθῆναι 1971, σσ. 123-125).
Μετὰ τὴν διακοπή (Φεβρ. 1973). Μᾶς κατηγοροῦν, ὅτι δὲν σεβόμεθα τὸ Πατριαρχεῖο, διότι ὅλως αὐθαιρέτως διεκόψαμε τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ πατριάρχου.
Ὄχι, ἀδικοῦν τὴν ἀλήθεια ὅταν λένε «ὅλως αὐθαιρέτως». Τὸ ἀληθὲς εἶνε τὸ τελείως ἀντίθετο.
Ἐὰν ἀνοίξετε τὸ Πηδάλιο καὶ μελετήσετε τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τότε θὰ δῆτε ὅτι ὄχι «ὅλως αὐθαιρέτως» ἀλλὰ «ὅλως κανονικῶς» διεκόψαμε τὴ μνημόνευσι τοῦ πατριάρχου.
Τὴν διεκόψαμε μετὰ ἀπὸ φρικώδεις δηλώσεις του περὶ πρωτείου καὶ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, περὶ φιλιόκβε κ.λπ.. «Γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» διεκηρύσσοντο, σὲ παγκόσμιο κλίμακα, ἀντορθόδοξες διδασκαλίες, ποὺ ἔχουν καταδικασθῆ ἀπὸ πλῆθος Συνόδους.
Οἱ δὲ τρεῖς μητροπολῖται τῆς Βορείου Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι μὲ πόνο ψυχῆς προχωρήσαμε στὴν διακοπὴ τοῦ πατριαρχικοῦ μνημοσύνου, μὲ ἔγγραφο πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο δηλώσαμε ὅτι, ἐὰν ὁ πατριάρχης διέψευδε τὶς σχετικὲς δηλώσεις, ἐμεῖς θὰ ἐπαναλαμβάναμε τὸ μνημόσυνο.
Αλλά δυστυχώς εκείνος επέμεινε στις πεπλανημένες αντιλήψεις του. Το δε γεγονός ότι η Ι. Σύνοδος, παρ᾿ όλες τις πιέσεις που δέχθηκε, δεν προχώρησε να επιβάλη κυρώσεις εναντίον μας, δείχνει ότι κατά βάθος ανεγνώριζε την ορθότητα της ενεργείας μας.
Προσέφερε δε η ενέργειά μας αυτή υψίστη υπηρεσία στο Πατριαρχείο, διότι υπήρξε ένα φρένο στον πατριάρχη, που έσπευδε πυραυλοκινήτως προς άκαιρον ένωσιν με τους παπικούς (Απαντήσεις επί εκκλησιαστικών θεμάτων, Αθήναι 1973, σσ. 49-50).