Ο Ανδρέας (ή Ανδρεύς ή Ανδρείας) ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου[α] [β] και ένας από τους δώδεκα Αποστόλους του Χριστού.

Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ήταν ο πρώτος που κλήθηκε από τον Χριστό να γίνει Απόστολος, γι’ αυτό και στην ορθόδοξη παράδοση συχνά αποκαλείται «Πρωτόκλητος». Η Καινή Διαθήκη δεν δίνει πολλές πληροφορίες για το πρόσωπό του, ενώ οι σχετικές παραδόσεις και θρύλοι πολλαπλασιάζονται από τον 3ο αιώνα και ιδιαίτερα κατά τον 8ο και 9ο αιώνα. Κατά την ορθόδοξη παράδοση θεωρείται ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου (μετέπειτα Κωνσταντινούπολης) και οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως διάδοχοί του[4].

Ο βίος του
Ο Ανδρέας φέρει ελληνικό όνομα (από το ἀνδρεία, γενναιότητα), το οποίο (όπως και άλλα ελληνικά ονόματα) φαίνεται πως ήταν διαδεδομένο μεταξύ των Εβραίων και άλλων εξελληνισμένων πληθυσμών της Ιουδαίας[5]. Δεν μαρτυρείται άλλο όνομά του, εβραϊκό ή αραμαϊκό.

Γεννήθηκε μεταξύ του 5 και 10 μ.Χ.[6] στην πόλη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας[γ][8]. Οι γονείς του ονομάζονταν Ιωνάς[δ] ή Ιωάννης και Ιωάννα. Ο Ανδρέας και ο αδελφός του Σίμων Πέτρος μετέρχονταν το επάγγελμα του ψαρά στη λίμνη της Τιβεριάδος, γι’ αυτό και όταν κλήθηκαν να ακολουθήσουν τον Χριστό, Αυτός τους είπε ότι θα τους κάνει «ἁλιεῖς ἀνθρώπων[10]».

Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων Μαθητών. Ο Ανδρέας είπε στον Χριστό για το παιδί με τα ψωμιά και τα ψάρια[ε], ενώ όταν ο Φίλιππος ήθελε να πει στον Χριστό ότι κάποιοι Έλληνες ήθελαν να Τον δουν, το είπε πρώτα στον Ανδρέα[ζ]. Ήταν επίσης ο ένας από τους τέσσερις μαθητές που ρωτούσαν στο Όρος των Ελαιών τον Ιησού για τα σημεία της Δεύτερης Παρουσίας Του[η].

Περιοδείες
Μετά την Πεντηκοστή και τον σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, με τον αδερφό του Πέτρο και άλλους μαθητές βρέθηκαν στη Σινώπη του Ευξείνου Πόντου και εκεί έδρασε ανάμεσα σε Εθνικούς και Ιουδαίους έχοντας ως ορμητήριο μια νησίδα κοντά στη Σινώπη. Ο Ευσέβιος Καισαρείας στο έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία» αναφέρει ότι ο Ανδρέας κήρυξε στη Σκυθία[θ]. Το «Πρώτο Χρονικό» προσθέτει ότι κήρυξε κατά μήκος της Μαύρης Θάλασσας και του ποταμού Δνείπερου μέχρι το Κίεβο και από εκεί ταξίδεψε στο Νόβγκοροντ. Ως εκ τούτου, έγινε προστάτης άγιος της Ουκρανίας, της Ρουμανίας και της Ρωσίας. Από τη Σινώπη ο Ανδρέας μαζί με τον Ματθία και άλλους μαθητές πήγαν στην Αμισό (Σαμψούντα), όπου ίδρυσαν Εκκλησία. Αφού περιήλθε τις περιοχές του Πόντου, της Ιβηρίας και την Παρθία γύρισε στα Ιεροσόλυμα, μάλλον το 34 μ.Χ., για να γιορτάσει το Πάσχα με τους λοιπούς μαθητές[15].

Σύμφωνα με τον Ιππόλυτο Ρώμης, ο Ανδρέας κήρυξε στη Θράκη, και η παρουσία του στο Βυζάντιο αναφέρεται στο απόκρυφο έργο «Πράξεις του Ανδρέα». Σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσε την Εκκλησία του Βυζαντίου (αργότερα Κωνσταντινούπολη) το 38 μ.Χ., εγκαθιστώντας τον Στάχυ ως επίσκοπο. Αυτή η επισκοπή θα εξελιχθεί αργότερα στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, του οποίου ο Ανδρέας θεωρείται προστάτης και η εορτή του (30 Νοεμβρίου) γιορτάζεται ως σήμερα ως «Θρονική Εορτή». Κατ’ άλλους, η παράδοση ότι θεμελίωσε την εκκλησία του Βυζαντίου αποτελεί μεταγενέστερη επινόηση[ι]. Ο Βασίλειος Σελευκείας γνώριζε επίσης τις περιοδείες του Αποστόλου Ανδρέα στη Θράκη, τη Σκυθία και την Αχαΐα

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.