«Μηδένα προ του τέλους μακάριζε..» ήταν η αλληγορική απάντηση του σοφού Σόλωνα του Αθηναίου, στον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο, φημισμένο για τα αμύθητα πλούτη του, ο οποίος τον ρώτησε, ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο.
Ο χρόνος κύλησε, ο Κροίσος έχασε τον γιο του, σε μια κυνηγετική εξόρμηση και ο ίδιος ηττήθηκε από τον βασιλιά της Περσίας Κύρο. Η τιμωρία του Κροίσου, ήταν θάνατος στην πυρά. Τότε ο Κροίσος, άρχισε να φωνάζει «Σόλων, Σόλων, Σόλων…». Ο Κύρος διερωτήθηκε γιατί φωνάζει τον Σόλωνα και όταν έμαθε την ιστορία του, χάρισε την ζωή στον ηττημένο βασιλιά και τον κατέστησε μάλιστα και σύμβουλο του. Όλα αυτά, μεταξύ γεγονότων και μύθων οι οποίοι διδάσκουν αλήθειες της ζωής. Ο Μητροπολίτης τέως Κιτίου Χρυσόστομος, κάποτε ήταν πανίσχυρος Ιεράρχης της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά σήμερα ταπεινώθηκε και εξευτελίστηκε. Σίγουρα έγνοια του τώρα, είναι η ετυμηγορία της Ιεράς Συνόδου, η οποία είναι πλέον είναι υποχρεωμένη να λάβει δυσάρεστες αποφάσεις.
Η πρώτη ανάγνωση των γεγονότων, δεικνύει το προφανές, ότι τιμωρήθηκε έστω και αργά ένας άνθρωπος, ο οποίος κρίθηκε ένοχος για παρενόχληση γυναικών. Τα θύματα σίγουρα αισθάνονται ικανοποιημένα, γιατί τιμωρήθηκε ο άνθρωπος ο οποίος τις βασάνισε σωματικά και τις ταλαιπώρησε ψυχικά για χρόνια. Υπάρχει βεβαίως και η δεύτερη εκκλησιαστική ανάγνωση, η οποία λέει ότι ο Θεός θέλησε με αυτό τον τρόπο, να ταπεινώσει τον Ιεράρχη και να τον οδηγήσει στην πόρτα του παραδείσου. Από εκεί πέρα, αν η ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι σωστή ή λανθασμένη ή αν ο τέως Κιτίου, είναι ένοχος ή αθώος, δεν έχει και τόση μεγάλη σημασία, στο τέλος της ημέρας. Η θεία δίκη, είναι πάνω από την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Τα τελευταία χρόνια είναι πολλά τα παραδείγματα στον τόπο μας, όπου ένοχοι αθωώθηκαν από δικαστήρια και είχαν φρικτή εξέλιξη στην πορεία της ζωής τους και αντιθέτως αθώοι οι οποίοι καταδικάστηκαν, ο Θεός τους χάρισε πολλά δώρα, στην πορεία του βίου τους.
Στο προσκήνιο, με την καταδίκη του Ιεράρχη, έρχεται και η διάσταση του σκανδαλισμού του ποιμνίου. Οι αδύνατοι στην πίστη και όλοι όσοι ψάχνουν αφορμές, για να πολεμήσουν την Εκκλησία και να δικαιολογήσουν τα πάθη τους, βρίσκουν μια καλή αφορμή, για να γκρινιάσουν και να καθυβρίσουν τα θεία και τους ποιμένες της Εκκλησίας. Από την άλλη, ακόμη και αυτό το θλιβερό γεγονός, μπορεί να αποτελέσει αφορμή για να αναδειχθούν νέοι πατέρες στο χώρο της εκκλησιαστικής διακονίας. Στο «γεροντικό», διαβάζουμε την ιστορία ενός αββά, ο οποίος όταν είδε τον αδελφό του να αμαρτάνει, πήρε το ράσο του και τον σκέπασε για να μη φαίνεται. Δηλαδή προστάτευσε τους αδύνατους από τη αμαρτία της κατάκρισης. Την ίδια ώρα έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα στον αμαρτωλό να συναισθανθεί την αστοχία του.
Στην πρόσφατη ιστορία της Εκκλησίας της Κύπρου, ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, αλλά και πολλοί άλλοι Ιεράρχες, χειρίζονταν με πολύ διακριτικότητα, αλλά και με αυστηρό τρόπο, παρόμοιες υποθέσεις. Έστελναν τους «αμαρτωλούς» κληρικούς, σε Εκκλησίες του εξωτερικού ή σε μοναστήρια, με την κατάλληλη πνευματική καθοδήγηση, ώστε να «θεραπευτούν» από τα μεγάλα τους πάθη και να μην σκανδαλίζονται οι πιστοί. Ανάλογα «θεραπευτικά» μέτρα πρόσφεραν και στα θύματα, πάντα με διακριτικό τρόπο, ώστε να μην στιγματίζονται από την κοινωνία.
Στους προηγούμενους αιώνες, ήταν γνωστή η «πεζούλα του Αρχιεπισκόπου», ως το σημείο απόθεσης εξώγαμων βρεφών. Συγκεκριμένα έξω από τον μαντρότοιχο της παλιάς Αρχιεπισκοπής, δίπλα από το ξωπόρτι (την εξώθυρα), υπήρχε η «πεζούλα του Αρχιεπισκόπου», στην οποία πατούσε ο Αρχιεπίσκοπος, για να ανέβει στο άλογο του. Δίπλα από την πεζούλα υπήρχε μια βρεφοδόχη, η οποία ήταν μια εγκοπή στον τοίχο, με ξύλινο προστατευτικό κάλυμμα. Σε αυτή την θήκη, οι άγαμες μητέρες, τοποθετούσαν τα βράδια τα εξώγαμα βρέφη τους, χωρίς κανείς να γνωρίζει τις μαμάδες. Το πρωί, άνθρωποι της Αρχιεπισκοπής, παραλάμβαναν τα βρέφη και τα έδιναν σε γυναίκες τροφούς για να τα μεγαλώσουν, μέχρι να βρεθεί οικογένεια για υιοθεσία. Μερικά βρέφη, συνήθως με προβλήματα, τα «υιοθετούσε» η Αρχιεπισκοπή, πολλά από τα οποία παρέμεναν σε όλη τους την ζωή στην Αρχιεπισκοπή, εκτελώντας βοηθητικές εργασίες.
Η λαϊκή ρήση επιμένει ότι «το ράσο δεν κάνει τον παπά» και δεν κάνει λάθος. Στην πράξη όμως, το ράσο αποτελεί από μόνο του, μορφή ορατής διδασκαλία του λόγου του Θεού. Η θέα και μόνο, ταπεινών, φωτεινών και αγίων Ιεραρχών και παπάδων, διδάσκει πολύ περισσότερα από πολλά σπουδαία κηρύγματα. Οι πιστοί στο τέλος της ημέρας αναζητούν μόνο φως και αγίους.
ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΠΑΡΗ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 11.6.2023