Εκείνο που ίσως δεν είναι γνωστό είναι το θαύμα του αγίου Θεοδώρου του Στρατηλάτη. Ο Γάλλος Βυζαντινολόγος Γουσταύος Σλυμπερζέ (G. Schlumberger) στο βιβλίο του "Ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης Τσιμισκής και η Βυζαντινή Εποποιία" γράφει για την καθοριστική μάχη των Βυζαντινών εναντίον των Ρώσων στο Δορύστολο (σήμερα Σιλίστρια) και το θαύμα του Θεοδώρου του Στρατηλάτη (σελ. 162-164).
«Φοβερός ανεμοστρόβιλος και ραγδαία βροχή χτυπά τους Ρώσους στο πρόσωπο, αφού πριν τους είχε τυφλώσει με σύννεφα σκόνης. Αυτό το απροσδόκητο γεγονός ήδη άρχισε να τους κλονίζει και στη συνέχεια ένα πολύ καταπληκτικότερο θέαμα επισφράγισε τον τρόμο τους.
Εκείνη ακριβώς την ώρα, οι δυο στρατοί είδαν καθαρά, λέγεται, άγνωστο ιππέα αναβάτη λευκού αλόγου να πρωτοστατεί στα ρωμαϊκά τάγματα, με φωνή και με νεύματα να παροτρύνει τους Βυζαντινούς να προελάσουν εναντίον των Ρώσων. Και αυτός ο ίδιος εφορμώντας επανειλημμένα διασπούσε τις τάξεις των Βαράγγων και έσπερνε ανάμεσά τους τον τρόμο.
Η εμφάνιση αυτή τάραξε τις ψυχές και ηλέκτρισε τους Βυζαντινούς επιδρώντας πολύ στην έκβαση της μάχης. Το μυστηριώδη αυτό μαχητή ούτε πριν τον είδε κανένας, ούτε μετά τη μάχη, όταν ο βασιλιάς τον αναζήτησε μάταια σε όλο το στρατόπεδο, για να τον ευχαριστήσει.
Όλοι οι ευσεβείς εκείνοι γιοι της Παρθένου, οι ευλαβείς πολεμιστές του τέλους του δέκατου αιώνα, αρχηγοί και στρατιώτες σχημάτισαν την πεποίθηση ότι ο θαυμάσιος εκείνος ιππέας ήταν ο ένδοξος Μεγαλομάρτυρας Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, ένας από τους μέγιστους στρατιωτικούς αγίους, σεπτός προστάτης των βυζαντινών στρατευμάτων, στους οποίους ήδη πολλές φορές έχοντας φανερωθεί, χάρισε νίκες.
Ο ένας από τους δυο πολεμιστές Αγίους Θεοδώρους – ο άλλος ήταν ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων – που ονομάσθηκαν Καλλίνικοι από τις νίκες, που από αιώνες τους όφειλαν τα βυζαντινά όπλα.
Οι εικόνες τους με τους φωτοστέφανους και πολεμική περιβολή τοποθετούνταν στο Βυζάντιο στις μεγάλες σημαίες στρατών και στόλων. Εκείνη την ημέρα συνέπιπτε η μνήμη του Θεόδωρου του Στρατηλάτη και της ανακομιδής των λειψάνων του.
Εξαιτίας αυτού πίστεψαν αδιάσειστα οι στρατιώτες, ότι ο ουράνιος εκείνος ιππέας δεν ήταν άλλος παρά ο ένδοξος μεγαλομάρτυρας, που σε όλη του τη ζωή υπήρξε στρατιώτης κι ήρθε να αγωνισθεί τον καλό αγώνα για χάρη του Ιωάννη Τσιμισκή, ο οποίος με πολλή ευλάβεια συνήθιζε να τον επικαλείται στον πόλεμο σαν βοηθό και μεγαλοδύναμο πρόμαχό του.
Θρυλήθηκε μετά από αυτή τη φοβερή μάχη και ότι την προηγούμενη κατά τα τέλη της νύχτας, ενώ όλοι στην απέραντη πρωτεύουσα περίμεναν εναγωνίως ειδήσεις από τα πεδία του πολέμου, μια παρθένα ευσεβής από τις αφιερωμένες στον Θεό, την ώρα που κοιμόταν στο κελί της, είδε να έρχεται η Υπεραγία Θεοτόκος με φωτοβόλα συνοδεία Αγίων.
Η βασίλισσα των ουρανών, απευθυνόμενη προς την απαστράπτουσα εκείνη συνοδεία, διέταξε να αναζητήσουν το μεγαλομάρτυρα στρατηλάτη. Ευθύς μόλις έγινε αυτό και ήρθε ο Άγιος με τη μορφή νεαρού στρατιώτη που φορούσε πανοπλία, η Θεοτόκος του απεύθυνε αυτές τις λέξεις “Ο αγαπητός σε μένα και σε σένα, Ιωάννης, Θεόδωρε, δίνει δυνατές και φοβερές μάχες με τους Ρώσους και αυτήν την ώρα πιέζεται πολύ. Τρέξε να τον βοηθήσεις όσο είναι ακόμα καιρός, γιατί αν δεν προφθάσεις, θα πέσει σε πολύ μεγάλο κίνδυνο”.
“Είμαι πρόθυμος να υπακούσω τις προσταγές Σου και τις προσταγές του Θεού” απάντησε ο Άγιος στην Παρθένο και αμέσως έγινε άφαντος. Την ώρα εκείνη το όνειρο έπαυσε και η καλόγρια ξύπνησε. Κανένας στην Κωνσταντινούπολη δεν αμφέβαλλε ότι ο Στρατηλάτης ειδοποιημένος έτσι από την Βασίλισσα των Ουρανών για τους κινδύνους στους οποίους ήταν εκτεθειμένος ο προστατευόμενος από αυτή βασιλιάς, έτρεξε την ίδια νύχτα για να τον βοηθήσει, περνώντας πάνω στα φτερά ανέμων το διάστημα από την Κωνσταντινούπολη στο Δορύστολο πάνω από τον Αίμο.
Αργότερα ο Τσιμισκής, για να ενισχυθεί η Πίστη του λαού σ’ αυτό το θαύμα, διέταξε να ανοικοδομηθεί από τα θεμέλια ο τότε κατερειπωμένος Ναός όπου φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Καλλινίκου και Τροπαιοφόρου μάρτυρα, του Αγίου Θεοδώρου, στην Ευχάνεια, πόλη που βρισκόταν κοντά στην Κωνσταντινούπολη, μετονομάζοντας και την πόλη σε Θεοδωρούπολη και προικοδοτώντας τον ευλογημένο ναό με πολλά κτήματα και πλουσιότατες παροχές».
Δορύστολο (σήμερα Σιλίστρια)
Ως γνωστόν στο Δορύστολο το 971 μ.Χ. αναμετρήθηκε ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής με τον Σβιατοσλάβο, γιο της Μεγάλης Όλγας των Ρώσων. Ο Ρώσικος στρατός ηττήθηκε. Η νίκη εκείνη του Τσιμισκή ήταν καθοριστικής σημασίας καθώς:
Εκδιώχθηκαν οι Ρώσοι από τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,
Καταλύθηκε το βουλγαρικό κράτος και προσαρτήθηκε στην αυτοκρατορία,
Το Βουλγαρικό Πατριαρχείο που είχε έδρα στο Δορύστολο διαλύθηκε και η Βουλγαρία πέρασε στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Λέγεται πως υπάρχει επίγραμμα του Τσιμισκή ευγνωμονών τον άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη: «Ρήτορ, στρατηγέ, μάρτυς ανδρείας τύπε, άγαλμα κάλλους, αρετών κράμα ξένου, σοι πάντα ταμά, σοι πνοήν, σοι τους λόγους, σοι χειρός άρσιν, σοι πορείαν, σοι στάσιν, Ιωάννης δίδωμι, συ δε τα πάντα μοι, φύλαξ, οδηγός, σύμμαχος γένοιο μοι…» (Γουσταύος Σλυμπερζέ).
Ουρανία Πανταζίδου
Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)