«Ο δε Ιησούς είπεν αυτοις· ουκ οίδατε τι αιτείσθε».
Ο Ιησούς προλέγει στους μαθητές του όσα επρόκειτο να συμβούν τις επόμενες ημέρες για να μην σκανδαλισθούν και να μην απογοητευθούν.
Προλέγει το πάθος του για να τους προετοιμάσει, όχι μόνο για το δικο του αλλά και για το δικό τους. Γιατί τους το έχει διδάξει πολλές φορες, αλλά γνωρίζει καλα ότι ακόμη δεν έχουν κατανοήσει επαρκως ότι η ζωή των μαθητών του Χριστού, η ζωή όσων πιστεύουν και θα πιστεύσουν σ᾽ Αυτον δεν είναι μία ζωή χωρίς δυσκολίες και προβλήματα, δεν είναι μία πορεία σε πλατεία και ευρύχωρη οδό, δεν είναι μία ζωή χωρίς βαρη και θλιψεις και στενοχωρίες.
Ο Χριστός δεν υποσχεθηκε ποτέ μία τέτοια ζωή. Ζήτησε από τους μαθητές του να τον ακολουθήσουν σε μία ζωή όπως η δική του· και αυτή η ζωή διέρχεται μέσα από τη στενη και τεθλιμμένη οδό του αγώνος και της αγωνιας του παθους και του Σταυρού. Είναι μία ζωή στην οποία ο ανθρωπος καλείται να σηκώσει τον ζυγό και το φορτίο του Ιησού. Καλείται να διέλθει μεσω θλίψεων και δοκιμασιων, όπως διήλθε και η δική του.
Οι μαθητές του όμως δεν το έχουν κατανοήσει. Και γι᾽ αυτό, ενώ Εκείνος τους μιλά για το Πάθος του, αυτοί του ζητούν τη δόξα. Γι᾽ αυτό και ο Χριστός τους επαναφέρει στην πραγματικότητα με ένα αυστηρό σχολιο: «ουκ οίδατε τι αιτείσθε». Δεν γνωρίζετε τι ζητάτε. «Ουκ οίδατε τι αιτείσθε».
Τα λόγια του Χριστού δεν απευθυνονται όμως μόνο στους μαθητές του, απευθύνονται και σε ολους εμάς που πιστεύουμε στον Χριστό και θέλουμε να είμαστε μαθητές του.
Οι άνθρωποι επιθυμουμε πολλά και ζητουμε από τον Θεό πολλα. Ζητούμε όμως σαν τα μικρά παιδιά, που βλέπουν μόνο το σημερα. Ζητούμε, όπως ζητά σήμερα ο Ιακωβος και ο Ιωάννης που αιτούνται την πρωτοκαθεδρία και τη δόξα, αλλά δεν έχουν συνειδητοποιήσει την ανάγκη του παθους, δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο ανθρωπος φθανει στην ανάσταση μέσα από τον Γολγοθά και τον σταυρο.
Το ίδιο κάνουμε πολλες φορές και εμείς. Ζητούμε από τον Θεό να μας απαλλάξει από τις θλιψεις και τις ταλαιπωρίες της παρούσης ζωής. Να μας απαλλάξει από τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες. Και συχνα ζηλεύουμε τους ανθρωπους που βρίσκονται μακριά από τον Θεό και φαίνονται να ευημερούν και να απολαμβάνουν τη ζωή και την ευτυχία της.
Όμως η ζωή του ανθρώπου ειναι πάντοτε ανάμικτη με θλίψεις και δυσκολίες. Κανείς δεν μπορεί να τις αποφύγει, είτε βρίσκεται μακριά είτε βρίσκεται κοντά στον Χριστο. Όσοι ζούν κοντα στον Χριστο, όσοι θέλουν να είναι πιστοί μαθητές και ακολουθοί του έχουν όμως ένα διπλο πλεονέκτημα. Μπορούν αφενός να αντιμετωπισουν αυτες τις δοκιμασίες και τις θλίψεις ως τον σταυρο που καλούνται να σηκωσουν για να ακολουθήσουν τον Χριστο, και αφετέρου να αξιοποιούν τη βοήθειά του ώστε να γινει το φορτίο τους ελαφρυ και ο ζυγος τους χρηστος. Και ακόμη μπορούν να υπομένουν τις θλίψεις και τις ταλαιπωρίες του παροντος βίου όχι χωρις ελπίδα, αλλά με την ελπίδα και τη βεβαιότητα της αναστάσεως και της αιωνίου ζωής.
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο Χριστός μας απαγορεύει να του υποβάλλουμε τα αιτήματα μας. Ασφαλώς όχι. Αντίθετα μάλιστα μας προτρέπει και μας παρακινεί να του ζητούμε ο,τι θελουμε «εν τη προσευχη» και μας υπόσχεται ότι θα μας το δώσει.
Βεβαίως ο Θεός ικανοποιεί παράλογα αιτήματα ή αιτήματα που δεν είναι προς το συμφέρον της ψυχής μας. Γνωριζει, άλλωστε, και ο ίδιος τις ανάγκες μας και φροντίζει να τις ικανοποιεί. Συγχρόνως όμως μας προτρέπει: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».
Να, λοιπόν, ποιο αίτημα θα πρεπει να έχει προτεραιοτητα. Να τι θέλει ο Χριστός να του ζητούμε. Θελει να του ζητουμε να μας χαρίσει τη βασιλεία του, γιατί σε κανέναν δεν την χαρίζει, αν δεν του τη ζητήσει. Κανέναν δεν αναγκάζει να εισέλθει σ᾽ αυτήν, αν δεν το επιθυμεί. Γι᾽ αυτό ας κάνουμε και εμείς το αίτημα της βασιλείας του Θεού σταθερό και πρώτιστο αίτημά μας, όχι μόνο για να μην πεί και σε μας ο Χριστός το «ουκ οίδατε τι αιτείσθε», αλλά και για να μας αξιώσει να την απολαύσουμε και εδώ στη γη αλλά κυρίως στον ουρανό αιωνίως.