Από το βιβλίο: Η Αποκάλυψη του Ιωάννου, Γεωργίου Β. Μαυρομάτη, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 220-224)-ΚΕΙΜΕΝΟ-ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Αποκ. 13,14 καὶ πλανᾷ τοὺς κατοικοῦντας ἐπὶ τῆς γῆς διὰ τὰ σημεῖα ἃ ἐδόθη αὐτῷ ποιῆσαι ἐνώπιον τοῦ θηρίου, λέγων τοῖς κατοικοῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς ποιῆσαι εἰκόνα τῷ θηρίῳ, ὃς εἶχε τὴν πληγὴν τῆς μαχαίρας καὶ ἔζησε.
Αποκ. 13,14 Και παραπλανά τους κατοίκους της γης με τα θαυμάσια σημεία που τού επιτράπηκε να κάνει μπροστά στο θηρίο, λέγοντας στους κατοίκους της γης να κάνουν άγαλμα του θηρίου, που είχε την πληγή από σπαθί και όμως έζησε.
Αποκ. 13,15 καὶ ἐδόθη αὐτῷ πνεῦμα δοῦναι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα καὶ λαλήσῃ ἡ εἰκὼν τοῦ θηρίου καὶ ποιήσῃ, ὅσοι ἐὰν μὴ προσκυνήσωσι τῇ εἰκόνι τοῦ θηρίου, ἵνα ἀποκτανθῶσι.
Αποκ. 13,15 Και τού επιτράπηκε να δώσει πνοή στο άγαλμα του θηρίου ώστε να μιλήσει το άγαλμα και να κάνει να θανατωθούν όσοι δεν προσκυνούν το άγαλμα του θηρίου.
ΙΓ΄ 14-15. Δεν κάνει εδώ διάκριση μεταξύ αγγέλων και ανθρώπων, γιατί οι άγγελοι «τίνα έξουσιν απατάν (=ποιόν θα έχουν να εξαπατήσει;)» αυτούς, αφού η κατάσταση τους έχει αποκρυσταλλωθεί; Εδώ, λέει, πως θέλει να πλανήσει εκείνους «ών το φρόνημα ούκ ανθρώπινον, αλλά γήινον (=των οποίων το φρόνημα δεν είναι ανθρώπινο, αλλά γήινο)» (άγιος Αρέθας Καισαρείας).
Και πλανά «τους εν τη γή την διηνεκή κατοίκησιν της καρδίας έχοντας» (άγιος Ανδρέας Καισαρείας) – αυτούς που η καρδιά τους έχει μόνιμη κατοίκηση στη γη. Επειδή στήθηκε η εικόνα, δηλαδή το άγαλμα του θηρίου, επιτράπηκε στον υπασπιστή και πρόδρομό του να ζωντανέψει το άγαλμα και «ίνα δήθεν λαλήση ή εικών» (Αρέθας) – και δήθεν να λαλήσει το άγαλμα. Πώς έγινε αυτό; Έγινε «ενεργεία διαβολική (=με ενέργεια διαβολική)».
Και υπάρχουν ιστορίες από τον Απολλώνιο και άλλους ποιητές στις οποίες αναφέρεται, ότι πολλές φορές με γοητείες λαλούσαν οι δαίμονες δια αγαλμάτων και ξοάνων και δένδρων και νεκρών. Και ακόμη λαλούσαν και δια νεκρών σωμάτων, όπως και ο Σίμων ο μάγος έδειξε στους Ρωμαίους νεκρό να κινείται μπροστά στον Απόστολο Πέτρο, αν και βέβαια ο απόστολος έλεγξε την πλάνη και έδειξε μ’ αυτούς που ανέστησε, πώς ανασταίνονται οι νεκροί (Ανδρέας –Αρέθας)
Αποκ. 13,16 καὶ ποιεῖ πάντας, τοὺς μικροὺς καὶ τοὺς μεγάλους, καὶ τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πτωχούς, καὶ τοὺς ἐλευθέρους καὶ τοὺς δούλους, ἵνα δώσωσιν αὐτοῖς χάραγμα ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς ἢ ἐπὶ τῶν μετώπων αὐτῶν,
Αποκ. 13,16 Και υποχρεώνει όλους, μικρούς και μεγάλους, πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους, να χαράξουν σημάδι επάνω στο δεξί τους χέρι, ή επάνω στο μέτωπό τους.
ΙΓ΄ 16. Τι είναι και τι περιλαμβάνει το χάραγμα; Eίναι «η του ολεθρίου ονόματος εγχάραξις» (Ανδρ. – Αρέθ.) Του «ονόματος του αποστάτου και πλάνου» (Ανδρ.),το οποίο θα προσπαθήσει να τοποθετήσει σε όλους και να τους σφραγίσει.
Θα θέσει τη σφραγίδα του ονόματος ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτῶν τῆς δεξιᾶς. Γιατί; «Ινα των δεξιών και αγαθών έργων εκκόψη την ενέργειαν» (Ανδρ. – Αρέθ.) – για να μην τους αφήσει να πράττουν τα καλά και αγαθά έργα.
Θα τους σφραγίσει και ἐπὶ τῶν μετώπων, στο μέρος που βρίσκεται επάνω από τα μάτια τους για να «εμποιήση σκοτασμόν τοις απατωμένοις» (Αρέθ.) και «ίνα εν τη πλάνη και τω σκότει διδάξη αυτούς παρρησιάζεσθαι» (Ανδρ.) και «του μη ώς εν ημέρα ευσχημόνως αντέχεσθαι της ευσεβείας» (Αρέθ.). Δηλαδή, θέλει σ’ αυτούς που απατά να φέρει σκοτασμό, όχι μόνο στα μάτια, αλλά και στο νου και έτσι να τους διδάξει να περπατούν και να ενεργούν με θάρρος μέσα στη πλάνη και στο σκοτάδι, και να μην αντέχουν πια την ευσέβεια και την ευσχήμονα ζωή της ημέρας και του φωτός.
Αυτά που λέγονται εδώ είναι φοβερά και μπορεί να γεμίσουν φόβο και τρόμο και καθένα από εμάς, ή θα μπορούσε και κάποιος άλλος μ’ αυτά να μας φοβερίσει. Γι’ αυτό πρέπει να δούμε τι λένε στη συνέχεια οι δύο κύριοι ερμηνευτές πατέρες.
Ο άγιος Ανδρέας, λοιπόν, σημειώνει για το σφράγισμα με το όνομα του Αντιχρίστου: «Αλλ΄ ού δέξονται αυτό οι σημειωθέντες τω θείω φωτί τα πρόσωπα» – όμως δε θα το δεχθούν αυτό το σφράγισμα, όσοι έχουν σφραγισμένα τα πρόσωπα τους με το θείο φως. Όσοι, δηλαδή, διατηρούν τη σφραγίδα του Βαπτίσματος και Χρίσματός τους με την τήρηση των εντολών.
Με μικρή διαφορά αυτό επαναλαμβάνει και ο Αρέθας Καισάρειας: «Αλλ΄ ού δέξοντια τούτο οι τα πρόσωπα σημειωθέντες τω φωτί του θείου προσώπου».
Για το σφράγισμα επί των μετώπων γράφει και ο άγιος Ιππόλυτος, πώς αυτό πραγματοποιείται για να είναι όλοι στεφανωμένοι μ’ αυτό και έτσι να περιφέρουν μαζί τους «πύρινον και ού ζωής, αλλά θανάτου στέφανον (=στεφάνι πύρινο και όχι ζωής, αλλά θανάτου)».
Αναφέρει μάλιστα ως παράδειγμα εξωτερικό. αυτό που μηχανεύθηκε εναντίον των Ιουδαίων ο Αντίοχος ο Επιφανής, ο βασιλιάς της Συρίας, ένας από τους επιγόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτός, με πολλή υπερηφάνεια, έβγαλε διάταγμα που έλεγε, όλοι να στήσουν βωμούς μπροστά στις θύρες των σπιτιών τους, και όλοι να θυσιάζουν σ’ αυτούς και στεφανωμένοι με κισσούς να κάνουν πομπές στο Διόνυσο, και όσοι δε θέλουν να υποταχθούν, να τους σκοτώνουν μετά από δίκη και βασανισμό. Αλλά κι αυτός πήρε από τον δικαιοκρίτη και παντεπόπτη Θεό τον αντάξιο βασανισμό. Διότι πέθανε καθώς τον έτρωγαν τα σκουλήκια. Αυτά λέει ο άγιος Ιππόλυτος για το θηρίο που μηχανεύεται πώς να θλίβει πολύ τους αγίους.
Αποκ. 13,17 καὶ ἵνα μή τις δύνηται ἀγοράσαι ἢ πωλῆσαι εἰ μὴ ὁ ἔχων τὸ χάραγμα, τὸ ὄνομα τοῦ θηρίου ἢ τὸν ἀριθμὸν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ.
Αποκ. 13,17 Και κανένας να μην μπορεί να αγοράσει ή να πουλήσει, παρά μόνον αυτός που έχει το σημάδι δηλαδή το όνομα του θηρίου ή τον αριθμό του ονόματός του.
ΙΓ΄ 17. Το σφράγισμα του θηρίου, θα προσπαθήσει ο υπασπιστής του να το απλώσει παντού, στις αγορές και στις πωλήσεις «ίνα τοις τούτο μη λαμβάνουσιν εκ της των αναγκαίων ενδείας βίαιος επαχθή θάνατος» (Ανδρ.) – ώστε εκείνοι που δε θα δεχθούν το σφράγισμα, καθώς δε θα έχουν τα αναγκαία για να ζήσουν, να δεχθούν βίαιο θάνατο. Τότε, λέει ο άγιος Ιππόλυτος, θα υπάρχει μεγάλη θλίψη, τέτοια που δεν υπήρχε ποτέ πριν, και θα αποστέλλονται πολλοί σε κάθε πόλη και χωριό για να θανατώνουν τους πιστούς. Και οι Ιουδαίοι γι’ αυτή την απώλεια θα ευφραίνονται και οι εθνικοί θα επιχαίρουν και θα βοηθούν στο διωγμό οι άπιστοι.
Οι πιστοί θα διώκονται απ’ τη δύση στην ανατολή και άλλοι απ’ την ανατολή στο νότο, και θα κρύβονται στα βουνά και στις σπηλιές, αλλά θα τους πολεμά το βδελυρό διάταγμα και θα τους κυνηγά όπου κι αν βρίσκονται «δια θαλάσσης και δια ξηράς». Θα τους θανατώνει και θα τους καταστενοχωρεί, κι αυτοί δε θα μπορούν ούτε να πουλήσουν «τι των ιδίων (=κάτι από τα δικά τους)»,ούτε να αγοράσουν «παρά των αλλοτρίων», εκτός κι αν έχουν χαραγμένο το όνομα του θηρίου στο χέρι ή στο μέτωπο. «Πάντες γάρ οι πιστοί τότε εκ του τόπου εκδιωχθήσονται» και θα απομακρυνθούν από τα σπίτια τους και θα διωχθούν από τις πόλεις και θα διασύρουν δημοσίως «και πάση κολάσει κολασθήσονται και εκ παντός του κόσμου εκβληθήσονται».
Έτσι περιγράφει ο άγιος Ιππόλυτος τη θλίψη των ημερών εκείνων, που θα βρει τους πιστούς.
Αποκ. 13,18 Ὧδε ἡ σοφία ἐστίν· ὁ ἔχων νοῦν ψηφισάτω τὸν ἀριθμὸν τοῦ θηρίου· ἀριθμὸς γὰρ ἀνθρώπου ἐστί· καὶ ὁ ἀριθμὸς αὐτοῦ χξς.
Αποκ. 13,18 Εδώ χρειάζεται η σοφία. Όποιος έχει νου ας λογαριάσει τον αριθμό του θηρίου. Είναι αριθμός ανθρώπου, και είναι ο αριθμός εξακόσια εξήντα έξι.
ΙΓ΄ 18. Το κείμενο αυτού του στίχου, σε συνδυασμό με τον προηγούμενο, είναι από τα δυσκολότερα ίσως της αγίας γραφής και φυσικά της Αποκαλύψεως. Είναι συγχρόνως και το πολυερμηνευμένο και πολυπαρεξηγημένο.
Αυτά, όμως, αφορούν κυρίως τους συγχρόνους μας ερμηνευτές. Οι Πατέρες είναι σαφείς και όπως σε όλα τα μυστήρια της Γραφής, έτσι και εδώ, πλησιάζουν με πίστη και ταπείνωση και δεν αυτοσχεδιάζουν ούτε γράφουν τη γνώμη τους και τους στοχασμούς τους. Γι’ αυτό και πολλές φορές λένε για κάποιο θέμα πώς δεν το γνωρίζουν. Αυτούς τους Πατέρες ακολουθούμε κι εδώ.
Το όνομα, λέει η Αποκάλυψη, είναι αριθμός ανθρώπου. Αυτό θα πει, λέει ο Αρέθας, ότι δεν είναι παράξενο, ούτε ασυνήθιστο και απόκρυφο («ου ξένον, ουδέ άηθες και επικεκρυμμένον»), αλλά ψήφος, υπολογισμός, που κάνουν οι άνθρωποι και τους είναι γνωστός.
Τι είναι όμως το χξς΄, που είναι ο αριθμός του θηρίου και αντιστοιχεί στο όνομα του; Ας ακούσουμε τους Πατέρες.
Ο άγιος Ανδρέας Καισαρείας, που τον ακολουθεί και Αρέθας Καισαρείας, λέει πως για την ακρίβεια του υπολογισμού, καθώς και τα υπόλοιπα, που είναι γι’ αυτόν γραμμένα «ο χρόνος αποκαλύψει και πείρα τοις νήφουσιν». Δηλαδή, χρειάζονται ως προϋποθέσεις ο χρόνος της πραγματοποιήσεως, η πνευματική πείρα και η νήψη και εγρήγορση για την κατανόηση του.
Ο Αρέθας Καισαρείας σημειώνει, ότι δεν έγραψε ο Ιωάννης καθαρά το όνομα αυτό «δια το μηδέ άξιον είναι της εν τω βιβλίω γραφής» – δεν αξίζει να γράφεται μέσα στην Αγία Γραφή το όνομα του Αντιχρίστου. Γιατί, αν έπρεπε να γίνει γνωστό ένα τέτοιο όνομα, λένε οι δύο επίσκοποι της Καισαρείας, σαφώς, «ο τεθεαμένος αν αυτό απεκάλυψεν» – ο Ιωάννης που έβλεπε τα οράματα, θα το φανέρωνε. «Αλλ΄ ούκ ευδόκησεν η θεία Χάρις εν θεία βίβλω το του λυμεώνος όνομα γραφήναι» (Ανδρ. – Αρέθ.) – όμως δεν ευδόκησε η θεία Χάρις να γραφεί στην Αγία Γραφή το όνομα του καταστροφέα.
Ο άγιος Ειρηναίος και ο Ωριγένης παρατηρούν πώς δεν πρέπει να κάνουμε υπολογισμούς και μετρήσεις για να βρούμε το όνομα βάσει του αριθμού, γιατί μπορεί πολλά ονόματα να έχουν αυτόν τον αριθμό. Και το πιο σίγουρο είναι να περιμένουμε την έκβαση-εκπλήρωση της προφητείας παρά να αυτοσχεδιάζουμε, να στοχαζόμαστε και να μαντεύουμε τυχαία ονόματα. Λέει κατά λέξη ο άγιος Ειρηναίος: «Ασφαλέστερον και ακινδυνότερον το περιμένειν την έκβασιν της προφητείας ή το καταστοχάζεσθαικαι απομαντεύεσθαι ονόματα τυχόντα, πολλών ονομάτων ευρεθήναι δυναμένων εχόντων τον προειρημένον αριθμόν».
Ο άγιος Ιππόλυτος για το όνομα λέει πώς «ούκ έστιν ημίν τοσούτον ακριβές εξειπείν (=δεν είναι δυνατόν σε εμάς με τόση ακρίβεια να πούμε)», όπως εννόησε και διδάχθηκε γι’ αυτό ο Ιωάννης, παρά μόνο να κάνουμε υποθέσεις. «Αναφανέντος γάρ αυτού δείξει ο καιρός το ζητούμενον (=διότι όταν θα εμφανιστεί αυτός, ο Αντίχριστος, θα δείξει ο καιρός το ζητούμενο)». Και συμπληρώνει «πλήν όσων νοούμεν αμφιβάλλοντες λέγωμεν» – αλλά και όσα νοούμε, τα λέμε με αμφιβολία. Διότι, βρίσκουμε, συνεχίζει, πολλά «ονόματα τούτω τω αριθμώ ισόψηφα περιεχόμενα». Γι’ αυτό, καταλήγει ο άγιος Ιππόλυτος κρατώντας «το μυστήριον του Θεού εν καθαρά καρδία» πρέπει να φυλάσσουμε με πίστη όσα προελέχθησαν από τους αγίους προφήτες «ίνα γινομένων αυτών προειδότες μη σφαλλώμεθα (=έτσι ώστε όταν γίνουν αυτά, μιας και θα τα γνωρίζουμε από πριν, να μην σφάλλουμε)». Διότι, όταν θα περάσουν οι χρόνοι και φανερωθεί αυτός για τον οποίο αυτά λέγονται, «φανερωθήσεται και το όνομα δήλως πάσι» – θα γίνει ολοφάνερο σε όλους το όνομα.
Έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θέμα, λένε οι Πατέρες. Ως μυστήριο που δεν αποκαλύφθηκε. Και να μην κάνουμε απόπειρες να βρούμε το όνομα, γιατί ο αριθμός ταιριάζει σε πολλά ονόματα. Η αναζήτηση κάποιου ονόματος από τον αριθμό μπορεί να γίνει μόνο «εν γυμνασίας λόγω» (Ανδρ.) και «γυμνασίας χάριν» (Αρέθ.). Και με τον τρόπο αυτό, οι ίδιοι οι Πατέρες επισημαίνουν και αναφέρουν τα ονόματα που διαδίδονταν την εποχή τους. Τα χωρίζουν μάλιστα σε δύο κατηγορίες, στα κύρια ονόματα και στα επίθετα («προσηγορικά»).
Γυμνασίας χάριν, λοιπόν, ας τα αναφέρουμε εδώ, γιατί τα αναφέρουν οι Πατέρες, και έχοντας υπ’ όψη τις δικές τους επιφυλάξεις.
Κύρια ονόματα: Λαμπέτις (Ανδρ. – Αρέθ.), Τειτάν «απο το τείνω» (Ανδρ. – Αρέθ.), Λατείνος (δια διφθόγγου) (Ανδρ. – Αρέθ.), Βενέδικτος «όπερ ερμηνεύεται ευλογημένος ή ευλογητός, κατά μίμησιν τυχόν του αληθώς ευλογημένου Χριστού του Θεού ημών» (Ανδρ. – Αρέθ.).
Επίθετα: Ο Νικητής «ίσως γάρ ούτως εαυτόν ονομάσει (=διότι ίσως έτσι ονομάσει τον εαυτό του)» (Αρέθ.), Κακός οδηγός, Παλαιβάσκανος, Αληθής βλαβερός, Αμνός άδικος, ονόματα, που θα του δοθούν από τους εχθρούς της πλάνης, γιατί θα έχει τοποθετήσει «την οικείαν δόξαν εν τη αισχύνη (=την δική του δόξα στην ντροπή)» (Ανδρ. – Αρέθ.).
Κατά τη γνώμη μου, λέει ο άγιος Ιππόλυτος «ουδέ ακριβώς επίσταμαι τούτο (=δεν ξέρω ακριβώς αυτό)» ίσως η σφραγίδα να γράφει ΑΡΝΟΥΜΑΙ, επειδή και πριν «δια των υπηρετών αυτού ο αντίδικος εχθρός (=με τους υπηρέτες του ο αντίδικος εχθρός, ο Διάβολος)», δηλαδή, δια των ειδωλολατρών, προέτρεπαν ο άνομοι τους μάρτυρες του Χριστού να Τον αρνηθούν λέγοντάς τους: «Άρνησαι τον Θεόν σου τον εσταυρωμένον». Αυτό (ίσως) θα γίνει, συνεχίζει ο άγιος Ιππόλυτος, και επί του Αντιχρίστου και η σφραγίδα του θα λέει: «Αρνούμαι τον ποιητήν ουρανού τε και γής˙ αρνούμαι το βάπτισμα, αρνούμαι την λατρείαν μου και σοι προστίθεμαι και σε πιστεύω».
(Από το βιβλίο: Η Αποκάλυψη του Ιωάννου, Γεωργίου Β. Μαυρομάτη, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 220-224, κάποιες υπογραμμίσεις δικές μας όπως και οι μεταφράσεις σε παρένθεση)