Κατά καιρούς διενεργούνται και δημοσιεύονται έρευνες για τη σχέση του ανθρώπου με τη θρησκεία και την οποιαδήποτε μορφής θρησκευτικότητα ή πνευματικότητα. Εκτός από τις Η.Π.Α. και τις Ευρωπαϊκές χώρες, ανάλογες έρευνες άρχισαν να πραγματοποιούνται και στην Ελλάδα, κυρίως από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα.

Σε αυτές φαίνεται, ότι σε ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό οι Έλληνες δηλώνουν πως πιστεύουν στον Θεό (81%) και συμπεριλαμβάνουν την Ορθόδοξη Παράδοση στα συστατικά στοιχεία της προσωπικής τους ταυτότητας. Η πίστη στον Θεό και η αναφορά στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στις περισσότερες από τις έρευνες σε εθνικό επίπεδο, κυμαίνονται σε σχετικά υψηλά ποσοστά, η ανάλυση όμως των δεδομένων σε βάθος αναδεικνύει μια κοινωνική πραγματικότητα πολύ πιο σύνθετη και δυσερμήνευτη, σε σχέση με καθιερωμένες απλουστεύσεις και γενικεύσεις ως προς τα σχετικά ζητήματα στην Ελλάδα.[1]

Σε πιο σύγχρονες έρευνες, το ποσοστό θρησκευτικότητας των Ελλήνων παραμένει υψηλό, με φθίνουσα όμως πορεία, ενώ στο αντίστοιχο ποσοστό των νέων (ηλικίες 17-34) καταγράφεται μια σαφής τάση εκκοσμίκευσης (το 57% αυτοχαρακτηρίστηκαν χριστιανοί ορθόδοξοι και το 24% άθεοι) και μια σημαντική ενίσχυση στάσεων και αντιλήψεων, ανάμεσά τους υπέρ της εκκοσμίκευσης του κράτους (το 45% τάχθηκε υπέρ της προαιρετικότητας των θρησκευτικών στο σχολείο και το 41% υπέρ του να καταργηθεί ο αγιασμός στο σχολείο).[2] Τα υψηλά ποσοστά θρησκευτικότητας δεν επιτρέπουν θριαμβολογίες και επανάπαυση από την πλευρά της διοικούσας Εκκλησίας. Για ποια θρησκευτικότητα μπορούμε να μιλάμε όταν το 44% των νέων δεν πιστεύει στην Ανάσταση του Χριστού;[3] Όποιος δεν πιστεύει στο θεμελιώδες δόγμα της Ανάστασης απλά δεν είναι χριστιανός.[4] Μπορούμε να λέμε στις έρευνες ότι πιστεύουμε στον Θεό, όχι όμως στην Ανάσταση; Παραλογισμός, στρεβλή θρησκευτικότητα.

Μέσα από την ποιμαντική μας διακονία παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού. Διαπιστώνουμε όμως ότι οι άνθρωποι, όχι μόνο οι νέοι, θέλουμε έναν Θεό υπηρέτη, να έρχεται πάντα όταν τον φωνάζουμε και μετά βέβαια να αποσύρεται στο παρασκήνιο, μέχρι την επόμενη φορά που θα τον χρειαστούμε. Μας ενδιαφέρει περισσότερο η ηθική, η οποία καταντά στείρος ηθικισμός και ασφαλώς επιδιώκουμε όχι την αλήθεια (Χριστός), αλλά την ευτυχία, αδυνατώντας να κατανοήσουμε ότι αν ψάχνουμε για την Αλήθεια (Χριστός), θα Την βρούμε και θα είμαστε ευτυχισμένοι, ενώ αν ψάχνουμε μόνο για την ευτυχία, τότε δεν θα βρούμε την Αλήθεια (Χριστός), αλλά μάλλον θα καταλήξουμε καταθλιπτικοί. Φυσικά όλοι οι «καλοί» θα πάμε στον παράδεισο και οι «κακοί» στην κόλαση.

ΙΙ

Σχεδόν παρόμοιες είναι οι διαπιστώσεις δύο Αμερικανών κοινωνιολόγων, των Christian Smith και Melina Lundquist, τις οποίες δημοσίευσαν το 2005 στο βιβλίο τους Soul Searching: The Religious and Spiritual Lives of American Teenagers (Ενδοσκόπηση: Οι θρησκευτικές και πνευματικές ζωές των Αμερικανών εφήβων). Βάσει εκτεταμένων ερευνών (συνεντεύξεις 3370 εφήβων),[5] οι δύο κοινωνιολόγοι εντόπισαν τις κυρίαρχες πεποιθήσεις των Αμερικανών εφήβων, ακόμη και εκείνων που ισχυρίζονταν ότι είναι Χριστιανοί. Ονόμασαν τις βασικές πεποιθήσεις των εφήβων ως Moralistic Therapeutic Deism ή MTD (Ηθικιστικός Θεραπευτικός Δεϊσμός ή ΗΘΔ). Οι πέντε βασικές θέσεις του Ηθικιστικού Θεραπευτικού Δεϊσμού είναι οι εξής:

1. Ο Θεός υπάρχει, δημιούργησε τον κόσμο με τάξη και προσέχει την ανθρώπινη ζωή στη γη.

2. Ο Θεός θέλει οι άνθρωποι να είναι καλοί, ευγενικοί και δίκαιοι μεταξύ τους, όπως διδάσκεται στη Βίβλο αλλά και από τις περισσότερες θρησκείες του κόσμου.

3. Ο κεντρικός σκοπός της ζωής είναι να είσαι ευτυχισμένος και να αισθάνεσαι καλά με τον εαυτό σου.

4. Ο Θεός δεν χρειάζεται να εμπλέκεται ιδιαίτερα στη ζωή κάποιου παρά μόνο όταν ο Θεός είναι απαραίτητος για να λύσει ένα πρόβλημα.

5. Οι καλοί άνθρωποι πηγαίνουν στον παράδεισο όταν πεθαίνουν.[6]

Τα πιστεύω του Ηθικιστικού Θεραπευτικού Δεϊσμού είναι «ηθικιστικά», στο ότι αποδίδουν υψηλή αξία στο «να είσαι καλός», όπως φαίνεται στις θέσεις 2 και 5, παραπάνω. Το καλό ορίζεται περισσότερο από τον λαϊκό πολιτισμό παρά από τις ηθικές επιταγές της Βίβλου. Διευκρινιστικά να πούμε ότι ο ηθικισμός παρουσιάζει τη σωτηρία του ανθρώπου ως καρπό των έργων του. Υποβιβάζεται έτσι ο Χριστιανισμός από «καινή κτίση» σε σύστημα ηθικής διδασκαλίας. Η ηθική ζωή είναι καρπός μετοχής στη χάρη του Αγίου Πνεύματος.[7] Ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί μόνο με τα έργα του αλλά με τη συνέργειά του με τον Χριστό, μέσω του Αγίου Πνεύματος. Ο ηθικισμός είναι εκφυλισμός της ηθικής ακριβώς όπως ο ευσεβισμός είναι ο εκφυλισμός της ευσέβειας.

Τα πιστεύω του Ηθικιστικού Θεραπευτικού Δεϊσμού είναι «θεραπευτικά» στο ότι η πρωταρχική αξία είναι να αισθάνεσαι καλά με τον εαυτό σου, όπως φαίνεται στις θέσεις 3 και 4, παραπάνω. Η «δουλειά» του Θεού είναι να μας φροντίζει και να μας θεραπεύει.

Οι συγγραφείς χρησιμοποίησαν τη λέξη «δεϊσμός» επειδή, στον Ηθικιστικό Θεραπευτικό Δεϊσμό, ο Θεός υπάρχει ως Δημιουργός, αλλά δεν ανακατεύεται στη διαχείριση του κόσμου, όπως φαίνεται στη θέση 4, παραπάνω. Ο δεϊσμός, αντιδιαστέλλεται προς τον θεϊσμό, ο οποίος δηλώνει την πίστη σε έναν Θεό δημιουργό, με συνεχή και ενεργή παρουσία στον κόσμο. Ο δεϊσμός πιστεύει ότι ο Θεός, από τη στιγμή που δημιούργησε τον κόσμο, τον άφησε στην τύχη του, να συνεχίσει μόνος του την πορεία του, σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, χωρίς ο Ίδιος να παρεμβαίνει καθόλου.[8]

Το σημαντικότερο σημείο που αφορά τον Ηθικιστικό Θεραπευτικό Δεϊσμό, ωστόσο, δεν είναι η διαφορά μεταξύ θεϊσμού και δεϊσμού, αλλά το πόσο μακριά από τη βιβλική αλήθεια βρίσκονται ορισμένοι νέοι άνθρωποι (και όχι μόνο). Φαίνεται ότι πολλοί άνθρωποι απλά βλέπουν τον Θεό ως ένα «κοσμικό τζίνι», ή μία επουράνια ασφάλεια ζωής ή έναν επουράνιο μηχανικό οδικής βοήθειας – δεν Τον γνωρίζεις ή δεν Τον χρειάζεσαι, αλλά μπορείς να Τον καλέσεις όταν έχεις πρόβλημα και Αυτός θα έρθει και θα τα διορθώσει όλα.

Το πιο σημαντικό πράγμα, σύμφωνα με τον ΗΘΔ, είναι να είσαι καλός, ευγενικός και ανεκτικός, και ο Θεός τελικά θα σε δεχτεί στον ουρανό. Αυτή την άποψη πιθανότατα κρατούν πολλοί Αμερικανοί (και όχι μόνο) και φαίνεται να γίνεται η κυρίαρχη «αστική θρησκεία», η οποία δίνει έμφαση στις οριζόντιες σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, αλλά ελαχιστοποιεί την πραγματική σχέση με τον Θεό. Με λίγα λόγια, ο ΗΘΔ βάζει την ανθρωπότητα στο επίκεντρο και, τελικά, ο καθένας ξεχωριστά, έχει ως κεντρικό σημείο της ζωής του όχι το Θεό, αλλά τον μικρόκοσμό του.

Προβληματικά είναι τα 5 βασικά σημεία του Ηθικιστικού Θεραπευτικού Δεϊσμού. Μια απλή αντίκρουση αυτών είναι η ακόλουθη:

1. Δεν υπάρχει απλώς «ένας θεός», αλλά ο Θεός της Βίβλου, που έχει αποκαλυφθεί ως Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα. Όποιος δεν τιμά τον Ιησού Χριστό ως Θεό, δεν τιμά τον Θεό.[9]

2. Ο Θεός δεν θέλει απλώς οι άνθρωποι να είναι «καλοί», αλλά επιθυμεί να Τον υπακούν.[10]

3. Ο κεντρικός σκοπός της ζωής είναι να δώσουμε δόξα στον Θεό[11] και να γνωρίσουμε τον αληθινό Θεό, τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι η αιώνια ζωή.[12]

4. Πρωταρχικός μας στόχος, ως πιστοί, είναι να είμαστε συνεχώς συντονισμένοι με τον Θεό, ακολουθώντας την καθοδήγησή Του, να είμαστε σε καθημερινή κοινωνία μαζί Του και όχι μόνο στους πειρασμούς, στις ασθένειες και στις θλίψεις.[13]

5. Κανείς δεν είναι αρκετά καλός για να πάει στον παράδεισο. Όλοι έχουμε αμαρτήσει και υπολειπόμαστε της δόξας του Θεού.[14] Πολλές είναι οι αμαρτίες μας[15] και κανείς δεν είναι αρκετά καλός και γι’ αυτό χρειαζόμαστε τη θυσία του Χριστού για να θεραπευθούμε.[16]

Ο Ηθικιστικός Θεραπευτικός Δεϊσμός δεν είναι επίσημη θρησκεία. Πιθανότατα κανείς δεν θα αυτοπροσδιοριζόταν ποτέ ως Ηθικιστικός Θεραπευτικός Δεϊστής. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι ο ηθικισμός δεν είναι σε καμία περίπτωση Χριστιανισμός και οι περισσότεροι άνθρωποι που υιοθετούν αυτές τις πεποιθήσεις, είναι πιθανό να αυτοπροσδιοριστούν ως Χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα ζουν για να δοξάζουν όχι το Θεό, αλλά τον εαυτό τους!!!

III

Κανένας στην ελληνική ορθόδοξη πραγματικότητα δεν προσδιορίζεται ως Ηθικιστικός Θεραπευτικός Δεϊστής. Τα πιστεύω όμως πολλών χριστιανών ταυτίζονται απόλυτα με τις πέντε βασικές πεποιθήσεις του ΗΘΔ. Επομένως αντιμετωπίζουμε τώρα την πρόκληση της ποιμαντικής εγρήγορσης, η οποία θα οδηγήσει στον επανευαγγελισμό των ανθρώπων, που σε μεγάλο βαθμό θεωρούν τον εαυτό τους Χριστιανό, πιστεύουν απόλυτα σε κάποια θεότητα, θεωρούν τον εαυτό τους ένθερμα θρησκευόμενο, αλλά ουσιαστικά δεν έχουν καμία σχέση με τον πραγματικό Χριστιανισμό. Η ευθύνη μας είναι να προετοιμάσουμε το ορθόδοξο ποίμνιο να ανταποκριθεί σε αυτή τη νέα θρησκεία, κατανοώντας ότι αντιπροσωπεύει τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή του βιβλικού Χριστιανισμού.

Χρειάζεται οπωσδήποτε η πνευματική και η θεωρητική κατάρτιση Αρχιερέων, ιερέων και των λαϊκών συνεργατών μας στο ενοριακό έργο. Η ποιμαντική μας διακονία θα έχει σίγουρα θετικά αποτελέσματα όταν εμείς πρώτα φωτιζόμαστε και αγιαζόμαστε και στη συνέχεια μεταδίδουμε τον φωτισμό και τον αγιασμό στο ποίμνιό μας.[17] Αν ο αγώνας έχει αντίστροφη πορεία τότε κι’ εμείς θα αποτύχουμε στην ποιμαντική μας προσπάθεια και συγχρόνως θα βλάψουμε τον ποιμαινόμενο.[18] Η απροϋπόθετη αγάπη, η ταπείνωση, η πίστη, η προσευχή, η μυστηριακή ζωή του ασκούντος την ποιμαντική, είναι η πολυτιμότερη παρακαταθήκη για την διάδοση του αυθεντικού χριστιανικού ήθους στο ποίμνιο. Έτσι θα προλαμβάνονται στρεβλώσεις, ηθικισμοί, φτηνοί ψυχολογισμοί, προλήψεις και δεισιδαιμονίες που αλλοιώνουν το ορθόδοξο δόγμα και ήθος και παρασύρουν πολλούς χριστιανούς συνανθρώπους μας, χωρίς οι ίδιοι να το αντιλαμβάνονται. Ο εχθρός είναι πάντα εντός των τειχών. Η ευθύνη των ποιμένων είναι τεράστια. Εάν εγκαταλείψουμε το ποίμνιό μας τότε θα ακούσουμε την αυστηρή, επικριτική αλλά δίκαιη φωνή του Αρχιποίμενος Χριστού: «ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος Κύριος, εἰ μὴν ἀντὶ τοῦ γενέσθαι τὰ πρόβατά μου εἰς προνομὴν καὶ γενέσθαι τὰ πρόβατά μου εἰς κατάβρωμα πᾶσι τοῖς θηρίοις τοῦ πεδίου, παρὰ τὸ μὴ εἶναι ποιμένας, καὶ οὐκ ἐξεζήτησαν οἱ ποιμένες τὰ πρόβατά μου, καὶ ἐβόσκησαν οἱ ποιμένες ἑαυτούς, τὰ δὲ πρόβατά μου οὐκ ἐβόσκησαν, ἀντὶ τούτου, ποιμένες, τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπὶ τοὺς ποιμένας καὶ ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ ἀποστρέψω αὐτοὺς τοῦ μὴ ποιμαίνειν τὰ πρόβατά μου, καὶ οὐ βοσκήσουσιν ἔτι οἱ ποιμένες αὐτά· καὶ ἐξελοῦμαι τὰ πρόβατά μου ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν. καὶ οὐκ ἔσονται αὐτοῖς ἔτι εἰς κατάβρωμα.»[19] [1] Χρήστος Τσιρώνης, (2012), Οι έρευνες για τη θρησκευτικότητα στη σύγχρονη Ελλάδα. Επιστημολογικά προλεγόμενα, σ.σ. 67-82, εδώ 70, στο https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=&ved=2ahUKEwi7svrM9rb3AhWTu6QKHSECDXoQFnoECAUQAQ&url=https%3A%2F%2Fejournals.lib.auth.gr%2Fculres%2Farticle%2Fdownload%2F2715%2F2653&usg=AOvVaw0Hg-
2YDZuRhe5ohueuqpvk
[2] Αφορά έρευνα που πραγματοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστημα 22–27 Οκτωβρίου 2021, σε δείγμα 451 νέων, ηλικίας 17-34 ετών και δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική εφημερίδα Τα Νέα, 28 Μαρτίου 2022, https://www.tanea.gr/2022/03/28/greece/ereyna-poia-i-sxesi-tis-neolaias-me-ti-thriskeia-kai-tin-ekklisia-pos-vlepoun-oi-neoi-tin-akrodeksia/
[3] Χρήστος Τσιρώνης, ό.π., σ. 69.
[4] Ά Κορ. 15,14 «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν».
[5] Christian Smith and Melinda Lundquist Denton, Soul Searching: The Religious and Spiritual Lives of American Teenagers, Oxford University Press, Oxford 2005, σ. 302.
[6] ό.π., σ.σ. 162-163.
[7] Γεώργιος Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική ΙΙ, Εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 303.
[8] Θεοδόσης Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σ. 265.
[9] Ιωαν. 5,23, «ἵνα πάντες τιμῶσι τὸν υἱὸν καθὼς τιμῶσι τὸν πατέρα. ὁ μὴ τιμῶν τὸν υἱὸν οὐ τιμᾷ τὸν πατέρα τὸν πέμψαντα αὐτόν».
[10] ό.π., 15,14 «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν».
[11] Ρωμ. 11,36 «ἐξ αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα. αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας».
[12] Ιωαν. 17, 3 «αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσιν σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν».
[13] Ά Θεσ. 5,17 «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε».
[14] Ρωμ. 3,23 «πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ».
[15] Ιακ. 3,2 «πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες».
[16] Ά Πετρ. 2, 24 «ὃς τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν αὐτὸς ἀνήνεγκεν ἐν τῷ σώματι αὐτοῦ ἐπὶ τὸ ξύλον, ἵνα ταῖς ἁμαρτίαις ἀπογενόμενοι τῇ δικαιοσύνῃ ζήσωμεν· οὗ τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἰάθητε».
[17] Γρηγόριος ο Θεολόγος, Ἀπολογητικός τῆς εἰς τόν Πόντον φυγῆς, Λόγος Β΄, PG 35, 480 «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι· σοφισθῆναι, καὶ οὕτω σοφίσαι· γενέσθαι φῶς, καὶ φωτίσαι· ἐγγίσαι Θεῷ, καὶ προσαγαγεῖν ἄλλους· ἁγιασθῆναι, καὶ ἁγιάσαι».
[18] Ματθ. 15,14 «…τυφλὸς δὲ τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται».
[19] Ιεζ. 34, 8-10.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.