Αδελφοί, αν κανείς από σας παρασυρθεί στους ακάθαρτους και αισχρούς λογισμούς, ας μην αμελήσει και παραδώσει τον εαυτό του στην απελπισία, αλλά ας κρατά την καρδιά του ενώπιον του Θεού, και στενάζοντας με δάκρυα ας πει.
«Σήκω επάνω, Κύριε, και πρόσεξε τη δοκιμασία μου, Θεέ μου και Κύριέ μου, υπερασπίσου με στη δίκη μου. Δίκασέ με, Κύριε, σύμφωνα με τη δικαιοσύνη σου· εγώ είμαι δημιούργημα των χεριών σου· γιατί με εγκατέλειψες και με περιφρόνησες; Και για ποιο λόγο γυρίζεις το πρόσωπό σου μακριά από μένα, και λησμονείς την ταπείνωσή μου; Διότι ο Εχθρός κατεδίωξε την ψυχή μου, εταπείνωσε ρίχνοντας στο χώμα τη ζωή μου· χώθηκα σε βαθύ βούρκο και δεν υπάρχει στερεός τόπος· ας με πιάσει το χέρι σου, για να μη χαθώ».
Αν επιμείνεις έτσι, και επικαλεσθείς τη βοήθειά του, αμέσως ο Φιλάνθρωπος, στέλνοντας τη θεία χάρη του στην καρδιά σου, θα σε παρηγορήσει, απαλλάσσοντας από τον γεμάτο πόνους και κόπους πόλεμο.
Μη λοιπόν αμελούμε, μην αδιαφορούμε από οκνηρία, εφόσον έχουμε έναν τέτοιο εύσπλαχνο Δεσπότη. Γιατί όσον καιρό βρισκόμαστε σ’ αυτή τη ζωή, και σπλαχνίζεται και σώζει και συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Ποιος να μην εκπλαγεί, διότι με τα δάκρυα λίγης ώρας, ακόμη και στην ίδια την ενδεκάτη ώρα, συγχωρεί μύρια παραπτώματα, και γιατρεύει επίσης μύρια τραύματά μας· και γιατρεύοντας, πάλι χαρίζει το μισθό των δακρύων. Διότι αυτή είναι η συνήθεια της χάριτός του· ύστερα δηλαδή από τη θεραπεία, δίνει πολύ μισθό.
Λοιπόν ας φροντίσουμε να γιατρευθούμε, αδελφοί· διότι σ’ αυτή τη ζωή ελεεί και ευσπλαχνίζεται με τη χάρη του, ενώ σ’ εκείνη τη ζωή, δεν ελεεί πια και δεν ευσπλαχνίζεται, αλλά γίνεται δικαιοκρισία και απόδοση δικαιοσύνης και ανταμοιβή για τα έργα μας.
Σ’ εκείνη τη ζωή ο σπλαχνικός Αβραάμ φάνηκε άσπλαχνος και αλύπητος στον πλούσιο· και εκείνος που παρακάλεσε για τα Σόδομα, σ’ εκείνη τη ζωή δεν παρακάλεσε για έναν αμαρτωλό, για να τον λυπηθεί ο Θεός.
Λοιπόν, ας μη δεθεί η σκέψη μας με τα γήινα πράγματα, αλλά ας φροντίσουμε να γίνουμε μιμητές των αγίων Πατέρων. Ας μη φανούμε κατώτεροι από την πολιτεία τους, για να μη στερηθούμε από τη δόξα τους. Απεναντίας ας φροντίσουμε, ώστε να στεφανωθούμε μαζί με τους τελείους· αν όχι με τους τελείους, τουλάχιστο να επαινεθούμε με τους τελευταίους.
Μακάριος είναι εκείνος που αγωνίσθηκε να στεφανωθεί με τους τελείους, αξιολύπητος όμως εκείνος που δεν επαινέθηκε ούτε με τους τελευταίους. Μακάριος είναι εκείνος που αξιώθηκε να πάρει το στεφάνι και να κληρονομήσει την κληρονομία των Αγίων και να ακούσει τη φωνή που λέει· «Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για σας από τον καιρό της δημιουργίας του κόσμου» (Ματθ. 25:34).