Σύνολη η εκκλησιαστική παράδοση διδάσκει ότι δε συνέβαινε το ίδιο πράγμα στην αρχέγονη κατάσταση. Ο Θεός Λόγος που δημιούργησε την ανθρώπινη φύση, δεν «συνέκτισεν αυτή κατ΄ αίσθησιν ούτε ηδονήν, ούτε οδύνην».

Ωστόσο υπήρχε εξαρχής η νοερή δύναμη και η φυσική επιθυμία του νου να απολαύσει με τρόπο ανέκφραστο και άρρητο τη Χάρη του Θεού. Η λαθεμένη όμως πορεία και η στροφή προς τα αισθητά του στέρησαν τη δυνατότητα αυτή και τη μετοχή στα νοητά. Ο νους ως πρωτοπαθής συμβάλλει καταλυτικά στην πτώση. Η κακή χρήση των αισθήσεων και ο θαυμασμός του αισθητού κάλλους από μέρους του Αδάμ, τον οδήγησε στη βρώση του απαγορευμένου καρπού και του στέρησε τη μετοχή στην απόλαυση των νοητών αγαθών. Η καταφρόνηση της θεωρίας του Θεού τον κατέστησε ανάξιο.
Με την πτώση παραθεωρείται η ενέργεια του νου και δίνεται προτεραιότητα στις αισθήσεις. Η ψυχή νεκρώνεται. Ο χωρισμός της ψυχής από τη ζωοποιό ενέργεια του Αγίου Πνεύματος επιφέρει το θάνατό της. Αντίθετα η μετοχή της σ΄ αυτήν την καθιστά αθάνατη. Η παράβαση του Αδάμ προξένησε το θάνατο της ψυχής, διότι την απομάκρυνε από την ψυχή της ζωής, το Θεό. Ο θάνατος όμως της ψυχής είχε επιπτώσεις και στο σώμα, που έγινε πολύμοχθο, πολυπαθές, φθαρτό και θνητό.

Σύμφωνα με τη διδασκαλία των αγίων Πατέρων, αιτία του θανάτου δεν είναι ο Θεός, αλλά ο άνθρωπος. Ο Θεός δε δημιούργησε εξαρχής το θάνατο, εμπόδισε μάλιστα και τη γένεσή του. Δεν παραβίασε όμως το αυτεξούσιο του ανθρώπου. Η αποτυχία του ανθρώπου να αξιοποιήσει τις δυνατότητες με τις οποίες τον προίκισε ο Θεός, τον οδηγεί στα χέρια του διαβόλου. Ο διάβολος απάτησε τον Αδάμ, κυριάρχησε πάνω του και ονομάσθηκε άρχοντας του κόσμου τούτου. Αρχικά όμως, πρίν την παρακοή, άρχοντας του κόσμου ήταν ο άνθρωπος. Λόγω της εκτροπής, εισήλθε στον κόσμο η αμαρτία και δια της αμαρτίας ο θάνατος. Η ζημία που υφίσταται το ανθρώπινο γένος είναι μεγάλη. Ο θάνατος γίνεται φοβερός εξουσιαστής του κόσμου.

Ο φόβος και η αγωνία μπροστά στο θάνατο σχετίζονται με την εμπαθή και αμαρτωλή κατάσταση του ανθρώπου. Ο φόβος του θανάτου πηγάζει κυρίως από την πνευματική νάρκη και την αμέλεια. «Άνθρωπος όσον εστίν εν αμελεία, εκ της ώρας του θανάτου φοβείται», διδάσκει ο Όσιος Ισαάκ ο Σύρος. Ο φόβος του θανάτου διακατέχει εκείνον που απομακρύνεται από τη συνείδηση, γιατί η ζωή του είναι μολυσμένη από τα πάθη. Η αθυμία και η ανησυχία δεν είναι άσχετες με το μαρτύριο της συνειδήσεως. Αντίθετα ο «έχων μαρτυρίαν αγαθήν εν εαυτώ ούτος εφίεται του θανάτου ώσπερ ζωής».

Η εμμονή στη φίλαυτη και ιδιοτελή ζωή διαιωνίζει το κακό και τρέφει το θάνατο. Αντίθετα η ανιδιοτελής και ανυπόκριτη αγάπη, ανοίγει τον δρόμο για την υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Η ανθρώπινη ζωή μετά την πτώση καλύπτεται από τη σκιά του θανάτου. Η μετοχή του ανθρώπου στη ζωή του Αγίου Πνεύματος αποκαθιστά την επικοινωνία με το Θεό και απομακρύνει το φόβο του θανάτου.

Ο αμαρτωλός φοβάται το θάνατο, διότι φοβάται τη δικαιοσύνη του Θεού. Η ώρα του θανάτου είναι επώδυνη. Η απομάκρυνση από το θείο θέλημα, αλλά και η αποστασιοποίηση από τους συνανθρώπους δημιουργεί την οδύνη κατά την ώρα του θανάτου. Ο φυσικός πόνος και η ψυχική οδύνη αποτελούν πρόγευση του θανάτου. Ο φόβος του θανάτου ταλαιπωρεί την ψυχή που αποξενώθηκε από τη δόξα του Θεού και την αγάπη των συνανθρώπων. Στη διδασκαλία της εκκλησίας τονίζεται εμφαντικά ότι η προσέγγιση του θανάτου είναι οδυνηρή. Η αποξένωση από τη θεία δόξα και η έλλειψη αγάπης από τους συνανθρώπους προκαλεί την έντονη οδύνη και το φόβο προ του θανάτου. H μετάνοια λυτρώνει τον Χριστιανό και τον απαλάσει από κάθε δειλία και φόβο. Αντίθετα η αμετανοησία δημιουργεί τρόπον τινά ένα λογοθέσιο και επιτείνει την αγωνία και την οδύνη. Η πρόγευση του θανάτου και η συνειδητοποίηση της θνητότητας μπορούν να οδηγήσουν στη μετάνοια, αν αξιοποιηθούν δημιουργικά. Στη μετάνοια βρίσκεται το κλειδί της λύτρωσης από το φόβο του θανάτου.

Επιπλέον, κοινή είναι η εμπειρία των πατέρων ότι η μνήμη του θανάτου βιώνεται και ως χαρισματική κατάσταση. Τονίζεται επίσης ότι στην κατά Χριστόν ζωή σπουδαίο ρόλο διαδραματίζει η μελέτη του μυστηρίου του θανάτου. Αν αξιοποιηθεί σωστά, λειτουργεί λυτρωτικά. Παιδαγωγεί τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική οντότητα, ως σώμα και ψυχή. Με την αδιάλειπτη μνήμη του θανάτου προκόβει ο Χριστιανός στην εν Χριστω ζωή. Βλέπει την παρούσα ζωή ως σκιά θανάτου. Η συνεχής ενθύμηση του θανάτου γίνεται τροχοπέδη αναιρετική των παθών και της αμαρτίας. Παράλληλα προξενείται η καλλιέργεια των αρετών. Η μνήμη του θανάτου γεννά τον πόνο και τη συντριβή της ψυχής. Οδηγεί στη μετάνοια. Μέσω του πόνου και της οδύνης ενώπιον του θανάτου προκαλείται το μακάριο πένθος και η στροφή προς τα επουράνια αγαθά.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.