ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ – Ντρέπεσαι και κοκκινίζεις να ομολογήσεις τις αμαρτίες σου; Και αν ακόμα έπρεπε να τις ομολογείς μπροστά στους ανθρώπους και να εξευτελίζεσαι, ούτε τότε έπρεπε να ντρέπεσαι· διότι ντροπή και αισχύνη είναι το να αμαρτάνεις και όχι το να ομολογείς τις αμαρτίες σου.
Τώρα όμως δεν είναι ανάγκη να είναι παρόντες και μάρτυρες κατά την ώρα της εξομολογήσεως. Η εξέταση και εξομολόγηση των αμαρτιών ας γίνει μέσα στο νου- ας είναι το δικαστήριο χωρίς μάρτυρα- ας δει την εξομολόγηση σου μόνον ο Θεός, ο Θεός που δεν κατηγορεί για τις αμαρτίες, αλλά που τις συγχωρεί όταν τις εξομολογούμαστε. Αλλ’ ακόμα και έτσι διστάζεις και υποχωρείς;
Γνωρίζω και εγώ ότι δεν ανέχεται η συνείδηση την ενθύμηση των αμαρτιών μας. Διότι αν θυμηθούμε μόνον τις αμαρτίες μας η ψυχή μας αναπηδά όπως ακριβώς αναπηδά κάποιο αδάμαστο και δύστροπο πουλάρι.
Όμως συγκράτησε, χαλιναγώγησε, χάιδευσε τη ψυχή με το χέρι, κάνε τη ήμερη, πείσε την, ότι αν δεν εξομολογηθεί τώρα, θα εξομολογηθεί εκεί όπου είναι περισσότερη η τιμωρία, όπου είναι μεγαλύτερος ο παραδειγματισμός. Εδώ το δικαστήριο είναι χωρίς μάρτυρα και δικαστής του εαυτού σου είσαι συ ο οποίος αμάρτησες· εκεί όμως θα παρευρίσκεται όλο το πλήθος της οικουμένης αν δεν προλάβουμε να τα σβήσουμε εδώ.
Ντρέπεσαι να ομολογήσεις τις αμαρτίες σου; Να ντρέπεσαι και να τις διαπράξεις. Εμείς όμως όταν διαπράττουμε αυτά τολμάμε να τα διαπράττουμε κατά τρόπον αναίσχυντο και προκλητικό· όταν όμως πρόκειται να τα ομολογήσουμε, τότε ντρεπόμαστε και αποφεύγουμε, ενώ έπρεπε να κάνομε τούτο με μεγάλη προθυμία. Διότι δεν είναι ντροπή το να κατηγορείς τα αμαρτήματα, αλλά δικαιοσύνη και αρετή· εάν δεν ήταν δικαιοσύνη και αρετή δεν θα έδινε γι’ αυτήν ο Θεός αμοιβή.
Το ότι πράγματι έχει αμοιβές η εξομολόγηση, άκουσε τί λέγει· «Λέγε πρώτος εσύ τα αμαρτήματά σου για να δικαιωθείς». Ποιος ντρέπεται να πράξει κάτι από το οποίο θα γίνει δίκαιος; Ποιος ντρέπεται να ομολογήσει τα αμαρτήματα, για να απαλλάξει τον εαυτόν του από τα αμαρτήματα; Μήπως σε προτρέπει να τα ομολογήσεις για να σε τιμωρήσει; Όχι βέβαια για να τιμωρήσει, αλλά για να συγχωρήσει.
Στα κοσμικά δικαστήρια συμβαίνει να επέρχεται η τιμωρία μετά την ομολογία της ένοχης. Για τούτο και ο ψαλμός υποπτευόμενος ακριβώς αυτό, μη τυχόν δηλαδή φοβούμενος κανείς τιμωρία μετά την εξομολόγηση αρνηθεί να εξομολογηθεί τα αμαρτήματά του, λέγει· «εξομολογηθείτε στον Κύριο τα αμαρτήματά σας, διότι είναι αγαθός, διότι το έλεος αυτού μένει εις τον αιώνα».
Μήπως δεν γνωρίζει τα αμαρτήματα σου, εάν εσύ δεν τα ομολογήσεις; Λοιπόν τί περισσότερο γίνεται σε σένα όταν δεν τα ομολογείς; Μήπως μπορείς να διαφύγεις την προσοχή του; Και αν ακόμα δεν τα πεις εσύ, εκείνος τα είδε· αν δε τα πεις εσύ εκείνος τα λησμονεί. Διότι λέγει· «Ιδού εγώ είμαι ο Θεός εκείνος ο οποίος από αγάπη εξαλείφω τις αμαρτίες σου, και δεν τις ενθυμούμαι». Βλέπεις; «Εγώ δεν θα τις ενθυμηθώ» λέγει· διότι τούτο είναι ίδιον της φιλανθρωπίας· συ να τις θυμηθείς για να σου γίνει αφορμή σωφρονισμού.
Ακούγοντας λοιπόν ο Παύλος ότι αυτά τα αμαρτήματα δεν τα θυμάται ο Θεός ο ίδιος συνεχώς τα μνημόνευε, λέγοντας τα εξής· «Δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού» και «Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο να σώσει τούς αμαρτωλούς, μεταξύ των οποίων πρώτος είμαι εγώ». Δεν είπε ήμουν, αλλά είμαι. Η συγχώρηση των αμαρτημάτων έγινε από το Θεό και η ενθύμηση των συγχωρηθέντων αμαρτημάτων δεν εξαφανιζόταν από τον Παύλο.
Εκείνα που ο Δεσπότης εξάλειψε, αυτά αυτός εξέθετε σε κοινό όνειδος. Διότι ακούσατε τον προφήτη που λέει, «και δεν θα τα ενθυμηθώ», συ όμως να τα ενθυμείσαι. Ο Θεός τον ονομάζει σκεύος εκλογής, και αυτός ονομάζει τον εαυτόν του πρώτον εξ όλων των αμαρτωλών. Εάν δε δεν λησμονούσε τα συγχωρημένα αμαρτήματα, αναλογίσου πως ενθυμείτο τις ευεργεσίες του Θεού. Και γιατί λέω ότι δεν ντροπιάζει η ενθύμηση των αμαρτημάτων; Δεν μας κάμει τόσον λαμπρούς η μνημόνευση των κατορθωμάτων, όσον η μνημόνευση των αμαρτημάτων μάλλον δε η μεν μνημόνευση των κατορθωμάτων όχι μόνον δεν μας κάμει λαμπρούς αλλά μας γεμίζει και από ντροπή και περιφρόνηση, η δε μνημόνευση των αμαρτημάτων μας γεμίζει με παρρησία και με πολλή δικαιοσύνη.
Ποιος το λέει αυτό; Ο Φαρισαίος και ο Τελώνης. Διότι ο μεν τελώνης που είπε τα αμαρτήματά του κατέβηκε από το ναό δικαιωμένος, ο δε Φαρισαίος που είπε τα κατορθώματά του κατέβηκε αφού έγινε μικρότερος από τον τελώνη. Βλέπεις πόσο μεγάλη βλάβη προήλθε από την ενθύμηση των κατορθωμάτων και πόση μεγάλη ωφέλεια από το να μη λησμονήσει να αναφέρει τα αμαρτήματά του; Και πολύ ευλόγα. Διότι εκείνος που θυμάται τα κατορθώματά του οδηγείται στην υπερηφάνεια, περιφρονεί τους υπόλοιπους ανθρώπους, όπως ακριβώς έπαθε ο Φαρισαίος· διότι δεν θα έφθανε σε τόσο μεγάλη υπηρηφάνεια, δεν θα έλεγε, «δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι», εάν δεν θυμόταν τη νηστεία του και την ελεημοσύνη του.
Η ενθύμηση όμως των αμαρτημάτων συγκρατεί το λογισμό, τον πείθει να είναι ταπεινόφρονας, και με την ταπεινοφροσύνη ελκύει την εύνοια του Θεού. Άκουσε λοιπόν πως και ο Χριστός μάς προτρέπει να λησμονούμε τα κατορθώματά μας· «όταν κάνετε όλα όσα σας διέταξε ο Θεός, να λέτε ότι είμαστε άχρηστοι δούλοι, διότι απλά κάναμε ό,τι είχαμε χρέος να κάνουμε». Συ λέγε ότι είσαι άχρηστος δούλος, εγώ όμως δεν θα σε κάνω άχρηστο· συ εάν ομολογήσεις τη δική σου μηδαμινότητα, εγώ θα σε κάνω λαμπρό και θα σε στεφανώσω.
Βλέπεις με πόσους τρόπους έχει αποδειχθεί ότι η μεν μνημόνευση των αμαρτημάτων μάς παρέχει μεγάλο κέρδος, ενώ η μνημόνευση των κατορθωμάτων μεγάλη ζημιά; Το αντίθετο πάλι, ότι μάς αναμένει τιμωρία από τη λήθη των αμαρτημάτων, ωφέλεια δε όταν λησμονούμε τα κατορθώματά μας; Θέλεις να μάθεις και από αλλού ότι το να μνημονεύουμε τα αμαρτήματά μας είναι πολύ μεγάλο κατόρθωμα; Άκουσε τον Ιώβ. Διότι όπως καυχιόταν για τα άλλα έτσι ακριβώς και για την εξομολόγηση των αμαρτημάτων του λέγοντας τα εξής· «και αν αμαρτάνω εκουσίως αποφεύγω το μεγάλο πλήθος, για να μη διακηρύξει τις αμαρτίες μου». Αυτό δε που λέει σημαίνει το εξής· ουδέποτε το πλήθος των ανθρώπων με έκανε να νοιώσω ντροπή. Διότι ποια ωφέλεια προκύπτει από το να μη γνωρίζουν οι άνθρωποι τις αμαρτίες μου, αφού όλες τις γνωρίζει ο Θεός;
Ποια δε θα είναι η ζημιά μου από το να γνωρίζουν αυτοί τα αμαρτήματα, όταν ο Θεός θέλει να μη με καταδικάσει; Και αν όλοι με καταδικάζουν, δεν με ενδιαφέρει καθόλου η απόφαση τους εφ’ όσον ό δικαστής με αθωώνει· και αν πάλι όλοι με επαινούν και με θαυμάζουν, ενώ εκείνος με καταδικάζει, καμιά πάλι ωφέλεια δεν έχω από την κρίση τους. Διότι παντού σ’ εκείνον πρέπει να βλέπουμε και αυτό να κάνουμε για τα αμαρτήματά μας, αυτό δηλαδή που κάνουμε όταν ξοδεύουμε χρήματα.
Μόλις σηκωθούμε από το κρεβάτι, πριν πάμε στην αγορά, ή πριν να διαχειρισθούμε κάτι από τα ιδιωτικά ή δημόσια πράγματα, αφού καλέσουμε τον υπηρέτη ζητούμε λογαριασμό για τα έξοδα, για να δούμε τί μεν κακώς τί δε καλώς έχει ξοδευτεί και πόσον υπόλοιπο έχει μείνει· και αν δούμε ότι είναι λίγο το υπόλοιπο, με κάθε τρόπο βρίσκουμε πηγές εσόδων, για να μη καταστραφούμε από την πείνα χωρίς να το αντιληφθούμε.