Ὁ ἁπλὸς Γέροντας ποὺ ἦταν πράγματι ὅ,τι ἔλεγε τὸ ὄνομά του, π. Ἀγαθάγγελος Μιχαηλίδης 12 Μαρτίου 1991 -2016, 25 χρόνια ἀπὸ τὴν ὁσιακή του κοίμηση Γράφει γιὰ τὴν «ΧΡ. ΒΙΒΛΙΟΓΡ.» ὁ Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Στὴν εὐλογημένη χορεία τῶν ἁγιασμένων μορφῶν τοῦ τέλους τοῦ προηγουμένου αἰῶνος συγκαταλέγεται καὶ ὁ Γέροντας Ἀγαθάγγελος Μιχαηλίδης. Ὁ ἀκούραστος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ, ὁ Γέροντας ποὺ μιμούμενος τὸν Χριστό μας «οὐκ εἶχε ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. η´ 20), ὁ ἄνθρωπος ποὺ «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Ματθ. κ´ 28), εἶχε μόνιμα ἀνοικτὴ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του καὶ τῆς καρδιᾶς του σὲ κάθε ἐμπερίστατο πιστό, στὸν ὁποῖο πρόσφερε τὸ γλυκύτατο μέλι τῆς φιλοξενίας, τῆς ἀγάπης, τῆς πνευματικῆς πατρότητος καὶ τῆς διὰ τῆς ἐξομολογήσεως ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν.
. Εἶχε μιὰ μοναδικὴ χάρη ὁ Γέροντας Ἀγαθάγγελος νὰ ἑλκύει ψυχές, νὰ τὶς ἀναπαύει, νὰ γίνεται ὁ καλός τους, ὁ ἀγαθός τους ἄγγελος. Δὲν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ τὸν προσεγγίσει κάποιος καὶ νὰ ἔφευγε ἀπαρηγόρητος, ἀπογοητευμένος, λυπημένος, ἀδικαίωτος. Ἡ καθαρὴ καρδιὰ τοῦ Γέροντος Ἀγαθαγγέλου, ἡ ἁπλοϊκότητά του, ἡ προσευχητική του διάθεση καὶ ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Χριστό μας, τὸ ἐφετὸ τῆς καρδιᾶς του, ἔφερνε πάντοτε χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, στοὺς πνευματικούς του πρόσφυγες. Πῶς ἀλλιῶς μποροῦσε νὰ γίνει, ἀφοῦ ὁ Γέροντας ἦταν κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἐξωτερίκευε τὶς δωρεές Του, «χαράν, εἰρήνην, μακροθυμίαν, πραότητα» (Γαλ. ε´ 22).
. Γεννημένος στὸ χωριὸ Μουταλάσκη τῆς Καππαδοκίας, τὴν πατρίδα τοῦ Ὁσίου Σάββα, τοῦ Ἡγιασμένου, τὸ 1908, ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος, τότε Ἀθανάσιος, γιὸς τοῦ Μιχαὴλ καὶ τῆς Βικτωρίας, πέρασε τὰ παιδικά του χρόνια μὲ πολλὲς στερήσεις, φτώχεια, ὀδυνηρὴ ὀρφάνια καὶ πολλὲς ταλαιπωρίες. Ἔτσι, ἀπέκτησε ἰδιαίτερη εὐαισθησία καὶ σὲ κάθε πονεμένο καὶ στερημένο πρόβαλλε τὸν ἑαυτό του καὶ ἄνοιγε τὴν καρδιά του καὶ τὴν τσέπη του. Ἰδιαίτερα μετὰ τὴν προσφυγιὰ τοῦ 1922, ὅπου κατέφυγε μικρὸ παιδὶ στὴν Κόρινθο καὶ μετὰ στὴ Θεσσαλονίκη ἐργαζόταν σὲ ὑποδηματοποιεῖο, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἐπαναλαμβάνει τὸ ἀποστολικὸ «ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσιν μετ‘ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται» (Πράξ. κ´ 34). Οὐδέποτε ὁ Γέροντας ἐπεδίωξε νὰ ἀποκτήσει χρήματα καὶ ὅ,τι ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου βλέποντας τὴν ἀνιδιοτέλειά του τοῦ ἔδινε, τὰ μοίραζε σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη, σὲ φτωχοὺς φοιτητὲς καὶ σὲ ἵδρυση εὐαγῶν οἴκων, γιὰ τὴν ἀνακούφιση νέων καὶ γερόντων. Πάντοτε εἶχε σύνθημά του τὶς ρήσεις τοῦ πατριώτη του Ἁγίου Βασιλείου, τοῦ ἐλεήμονος, «τὸ γῆρας περικράτησον, τὴν νεότητα στήριξον». Γηροκομεῖο στὸν Πειραιᾶ, στέγη φοιτητῶν στὰ Πατήσια καὶ ἡ Μονὴ Καλαμίου στὴν Ἐπίδαυρο εἶναι μερικὰ απὸ τὸ εὐαγῆ ἱδρύματα τοῦ Γέροντος. Στὸ διαμέρισμα τῆς ὁδοῦ Μηδείας στὰ Πατήσια ὁ Γέροντας φιλοξένησε γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα τὴ Γερόντισσα Γαβριηλία, ἡ ὁποία στὸ βιβλίο της τὸν ἀναφέρει ὡς «ἀγαθὸ ἄγγελο». Στοὺς ἱερεῖς ἐπίσης ποὺ ἱερούργησαν στὸν Ἅγιο Λουκᾶ Πατησίων χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ ἀναφορὰ στὸ Γέροντα Ἀγαθάγγελο ὀνομάζοντάς τον «ἅγιο Γέροντα, Ἀγαθάγγελο Μιχαηλίδη».
. Ἁγιορείτης μοναχός, Ξενοφωντινός, μὲ ὁλοκληρωτικὴ ἀφιέρωση στὸ Θεό, ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος σπούδασε στὴν Ἀθωνιάδα Σχολὴ καὶ στὴν πανήγυρη τοῦ Μοναστηριοῦ του τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τὸ 1940 χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Μιλητουπόλεως Ἱερόθεο. Στὴ μετάνοιά του παρέμεινε ἐπὶ δεκαετία.
. Ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τῶν Ἀθηνῶν αὔξησε τὶς γνώσεις του καὶ τὸ θεῖο του ζῆλο. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του ἀπὸ αὐτὴν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος τὸ 1947 ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν ἔκανε Πρωτοσύγκελλό του. Γιὰ μιὰ εἰκοσαετία στὴν Καλαμάτα διακρίθηκε ὡς ὁ πλέον φιλακόλουθος Ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, ἄριστος ἐξομολόγος, ἀπλανὴς πνευματικὸς καθοδηγητής, πατέρας φιλόστοργος, εὐσυμπάθητος, ἐλεήμων, ἀφιλάργυρος, εὐπροσήγορος καὶ μὲ κενωτικὴ ἀγάπη ποὺ ἀνέπαυε ὅλο τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα. Ἐδῶ γνωρίσθηκε καὶ μὲ τοὺς μεγάλους σύγχρονους πατέρες, Ἰωὴλ Γιαννακόπουλο, Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τὸν νῦν Μητροπολίτη Σπάρτης Εὐστάθιο Σπηλιώτη καὶ τὸν μακαριστὸ Μητροπολίτη Πρεβέζης Μελέτιο Καλαμαρᾶ. Μιὰ τοπικὴ ἐφημερίδα ἔγραφε γι’ αὐτόν: «Ποιὸς κτύπησε τὴ θύρα τοῦ κελλιοῦ του καὶ δὲν τοῦ ἄνοιξε; Ποιὸς ζήτησε τὴ βοήθειά του καὶ τοῦ τὴν ἀρνήθηκε; Ποιὸς τοῦ ὑπέδειξε πάσχοντες καὶ ἐνδεεῖς καὶ δὲν ἔσπευσε νὰ ἔλθει ἀρωγός; Ποιὸς τέλος κατέφυγε σὲ αὐτὸν γιὰ ὁποιοδήποτε θέμα του, πνευματικό, οἰκογενειακό, οἰκονομικό, καὶ δὲν βρῆκε παραμυθία καὶ συμπαράσταση στοργικὴ καὶ πατρική;».
. Κάποτε ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος ἦταν στὸ κρεββάτι ἄρρωστος μὲ πυρετὸ 39-40 βαθμούς. Ἡ ἐξομολόγγη ὅμως ἐξομολόγηση. Δὲν τὴν ἐγκατέλιπε. Ἕνας κληρικὸς φίλος του μάταια προσπαθοῦσε νὰ τὸν πείση νὰ σταματήσει λόγω τῆς ἀσθενείας του καὶ ἀπευθυνόμενος στὸν κόσμο ποὺ περίμενε ὴ σειρά του, τοὺς παρότρυνε νὰ φύγουν.
—Γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Καίγεται στὸν πυρετό!
Πολλοὶ ἔφυγαν. Μιὰ γυναῖκα ἐπέμενε. Καὶ παρότι ὁ φίλος κληρικὸς εἶχε πιὰ πεισμώσει καὶ τοῦ ζητοῦσε ἐπιτακτικὰ νὰ μὴν τὴν δεχθεῖ, ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος τὴν δέχθηκε. Καὶ ὅταν τελείωσε, τοῦ εἶπε:
—Ἄν δὲν τὴν ἄφηνες νὰ ἔλθει νὰ ἐξομολογηθεῖ, θὰ τὴν ἔπαιρνες στὸ λαιμό σου: Πήγαινε κατ’ εὐθεῖαν γιὰ αὐτοκτονία!
Καὶ τοῦ ἔδειξε ἕνα μπουκαλάκι γεμᾶτο δηλητήριο, τὸ ὁποῖο τοῦ τὸ εἶχε παραδώσει. Ἡ ἐξομολόγηση τὴν ἔσωσε».
. Ὡς ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Πεντέλης, ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος ἐπέδειξε τὴ μεγάλη πνευματική του κατάρτιση καὶ τὴν ἀκεραιότητα στὴν τήρηση τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, στὶς ὁποῖες ἦταν πάντοτε παρὼν καὶ προσευχόμενος. Παρέμεινε γιὰ δύο χρόνια Καθηγούμενος στὸ μεγάλο αὐτὸ Μοναστήρι, ἀλλὰ ὑπέβαλε παραίτηση χάριν τῆς πνευματικῆς του ὁλοκληρώσεως καὶ τῆς ἀφοσιώσεώς του στὸ πνευματικὸ ἔργο τῆς καθοδηγήσεως ψυχῶν. Στὸν Ἅγιο Λουκᾶ Πατησίων λειτουργοῦσε σχεδὸν καθημερινά, ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ἦταν ἡ ἑβδομάδα ὑπηρεσίας του, θεωρώντας ὑποχρέωσή του τὴν καθημερινὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ μας καὶ τὴν μυστηριακὴ ἕνωση μαζί Του. Αὐτὴ τὴν ἐπθυμία του γνώριζαν οἱ συλλειτουργοί του ποὺ τοῦ ζητοῦσαν νὰ λειτουργήσει γι’ αὐτούς, ὅπως πάντοτε ἔπραττε μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ ἐσωτερικὴ ἱκανοποίηση. Μετὰ τὴ συνταξιοδότηση του παρέμεινε στὸ Γουδὶ φιλοξενούμενος καὶ διακονούμενος ἀπὸ τὴν εὐλαβεστάτη δασκάλα κ. Ἰωάννα Μαρκοπούλου, ἡ ὁποία κατὰ ὴ συνήθεια τοῦ Γέροντος εἶχε πάντοτε τὴν πόρτα τοῦ διαμερίσματός της ἀνοικτὴ σὲ κάθε πνευματικὸ παιδὶ τοῦ Γέροντος. Ταυτόχρονα μετέβαινε στὴν τότε νεοσύστατη Ἱερὰ Μονὴ Καλαμίου Ἀργολίδος, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε Πνευματικὸς καὶ νέος κτίτορας. Τὸ πνευματικό του τέκνο, ὁ Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος, ἔγραφε: «Ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος διακρινόταν γιὰ τὴν παιδική του ἁπλότητα, τὴν ταπείνωση, τὴν ἀφάνεια, καὶ πρὸ πάντων γιὰ τὴν γνήσια καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπη του πρὸς τὸν συνάνθρωπο καὶ μάλιστα τὸν πονεμένο. Ἦταν ἀληθινὸς ποιμένας καὶ στοργικὸς πατέρας». Αὐτὲς τὶς ἀρετὲς μπορῶ καὶ ἐγὼ νὰ βεβαιώσω ὡς πνευματικό του τέκνο γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα ἐπαναλαμβάνοντας τὸ τοῦ ἐπιστηθίου Ἰωάννου: «ἀληθής ἐστιν η μαρτυρία» μου (Ἰωάν. ε´ 32).
. Οἱ φίλοι τοῦ Γέροντος, τὰ πνευματικά του παιδιά, μαρτυροῦν περὶ τοῦ ἤθους του. Ἡ λαϊκὴ ρήση λέγει: «Δεῖξαί μου τοὺς φίλους σου, νὰ σοῦ πῶ ποιὸς εἶσαι». Καὶ οἱ φίλοι τοῦ Γέροντος ὅλοι ἦσαν πνευματικὰ ἀναστήματα ὑψηλά. Νὰ μνημονεύσω μεταξὺ αὐτῶν τὸν νῦν Μητροπολίτη Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης Εὐστάθιο, γίαν ἀγαπητὸ στὸν Γέροντα καὶ τοὺς μακαριστούς, π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τὸν Καθηγητὴ Μᾶρκο Ὀρφανό, τοὺς Μητροπολίτες, Πρεβέζης Μελέτιο, Σάμου Παντελεήμονα καὶ Καστορίας Γρηγόριο.
. Δύο ἢ τρεῖς φορὲς μπῆκε ὁ Γεροντας στὸ τριπρόσωπο πρὸς πλήρωση μητροπολιτικῶν θέσεων, χωρὶς ποτὲ νὰ ἐπιλεγεῖ. Κάποτε τὸν ρώτησαν:
-Γέροντα, πῶς γίνεται τὰ πνευματικά σας παιδιὰ νὰ ἐκλέγονται Ἐπίσκοποι καὶ ἐσεῖς ὄχι;
Καὶ ἐκεῖνος μὲ ταπεινὸ πάντοτε φρόνημα καὶ μὲ τὴ χαρακτηριστική του Καππαδοκικὴ προφορὰ ἀπάντησε:
-Ἐμένα μὲ ἔχουν μόνο γιὰ παραγέμισμα!
. Ὁ ἄδολος, ἀνεπίληπτος, ἁπλός, σεμνός, διακριτικὸς Γέροντας μὲ τὸ ἀπαράμιλλο ἦθος, τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ τὸ βιωμένο παράδειγμα κοιμήθηκε τὸν ὕπνο τῶν δικαίων στὶς 13 Μαρτίου τοῦ 1991, τοῦ ἔτους κοιμήσεως τοῦ πατρὸς Ἰακώβου Τσαλίκη, τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου καὶ τοῦ ὑμνογράφου Γερασίμου Μικραγιαννανίτου. Ἡ ἐξόδιος Ἀκολουθία του πάνδημος ἐψάλη στὴ Μονὴ τοῦ Καλαμίου, ὅπου καὶ ἐτάφη ἐντος σπηλαιώδους ναϋδρίου εἰδικὰ πρὸς τοῦτο ἀνεγερθέντος. Ἐπικήδειο μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐκφώνησε καὶ ὁ νῦν Μηροπολίτης Νέας Σμύρνης Συμεών, ὁ ὁποῖος ἐκδόθηκε σὲ ἰδιαίτερο τεῦχος μὲ τίτλο «Ἀγαθάγγελος ὁ ἁπλοῦς».
. Ἔγραφε ὁ Γέροντας στὸ ἡμερολόγιό του: «Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν, τὸν Σωτήρα μου, διότι ἀπὸ νήπιο μὲ ἔκαμε νὰ ἀγαπῶ μέχρι τρέλας τὸ θυσιαστήριό Του, νὰ θέλω νὰ ὑπηρετῶ Αὐτὸν καὶ μόνον Αὐτόν, καὶ νὰ ἐπιθυμῶ νὰ εὕρω τὴν εὐτυχία μου καὶ τὴν χαρά μου μόνο κοντά Του. Ὁ λόγιος καὶ θεόσοφος Γέροντας, ὁ πατὴρ Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος ἔλεγε περὶ αὐτοῦ: «Ὁ πατὴρ Ἀγαθάγγελος εἶναι ὅ,τι λέει τὸ ὄνομά του».
. Στὸ ἀναμνηστικὸ ποὺ ἐξέδωσαν τὰ πνευματικὰ παιδιὰ τοῦ Γέροντος, τὸ ὁποῖο παραθέτουμε, ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀκροστιχίδα ψαλλομένη κατὰ τὸ «Τὴν σοφίαν καὶ λόγον» εἰς ἦχον πλ. δ´.
Ἀνεξίκακος, ἄμεμπος καὶ ἁπλοῦς,
Γρηγορῶν ἐν τοῖς πόνοις καὶ στενασμοῖς,
Ἀγάπης ὑπόδειγμα,
Θεϊκῆς ἀγαθότητος
Ἀπαύγασμα, καὶ κόσμου
Γλυκεῖα ἀνάψυξις,
Γαλήνιος λευΐτης,
Ἐπίχαρις ἄνθρωπος,
Λάτρης τοῦ Ὑψίστου,
Ὁσιότητος κέρας,
Σεμνότητος στέλεχος,
Ὁλκὰς ἁγιότητος,
Ἀσκουμένων ὑπόστασις,
Πενομένων βοήθεια,
Λύτης προβλημάτων πολλῶν,
Ὁδοδείκτης πρὸς Κτίστην σωτήριος,
Ὑπερκόσμιος
Στῦλος ὤφθης χρηστότητος.
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας