Ἅγιος Σεραφείμ τῆς Βίριτσα: Ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδομη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου. Σ᾿ ἕνα πνευματικό του παιδί πού λεγόταν Ἀλέξανδρος, ὁ Γέροντας ἔδωσε εὐλογία νά χτίσει ἕνα «ξενώνα» δηλαδή σπίτι γιά τήν φιλοξενία αὐτῶν πού ἔρχονταν στήν Βίριτσα γιά νά τόν δοῦν.
Ὁ Ἀλέξανδρος ἔχτισε τό σπίτι. Ἀγόρασε καί μία ἀγελάδα.
Μιά φορά ἔπρεπε νά φέρει σανό γιά τήν ἀγελάδα του γι᾿ αὐτό νοίκιασε ἕνα αὐτοκίνητο γιά τήν Κυριακή. Ἔπρεπε νά φύγει νωρίς τό πρωί καί αὐτό σήμαινε ὅτι δέν θά μποροῦσε νά πάει στήν ἐκκλησία.
Ὁ Ἀλέξανδρος πῆγε στόν Γέροντα γιά νά πάρει τήν εὐλογία του.
Μπαίνει μέσα στό κελί καί ὁ πατήρ Σεραφείμ χωρίς νά τόν ρωτήσει τίποτα καί χωρίς νά τόν ἀκούσει τοῦ λέει:
Ἀλέξανδρε, ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδόμη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου.
Ὁ Ἀλέξανδρος γύρισε στό σπίτι καί εἶπε στή γυναίκα του:
Δέν ἔδωσε εὐλογία ὁ Γέροντας.
Ἐκείνη πάλι τόν ἔστειλε στόν Γέροντα καί εἶπε νά τοῦ ἐξηγήσει καλύτερα ὅτι τό αὐτοκίνητο τό δίνουν μόνο γιά τήν Κυριακή. Πῆγε ὁ Ἀλέξανδρος καί πάλι ἄκουσε ἀπό τόν Γέροντα τά ἴδια λόγια. Ὅταν γύρισε σπίτι ἡ γυναίκα ἄρχισε ξανά νά τοῦ λέει:
Πήγαινε πάλι καί ἐξήγησέ του καλύτερα.
Καί πάλι πῆγε ὁ Ἀλέξανδρος στόν Γέροντα καί προσπάθησε νά τοῦ ἐξηγήσει ὅτι γιά τήν ἄλλη μέρα ἐκτός ἀπό τήν Κυριακή δέν δίνουν αὐτοκίνητο.
Ἀλλά ὁ πατήρ Σεραφείμ καί τήν τρίτη φορά τοῦ εἶπε:
Ἀλέξανδρε, ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδομη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου.
Ὁ Ἀλέξανδρος εἶπε πάλι στήν γυναίκα του ὅτι δέν ἔχει εὐλογία ἀλλά ἐκείνη ἔπεισε τόν ἄνδρα της νά πάει.
Ὅταν γέμισαν τό φορτηγό καί ἔπρεπε νά πᾶνε σπίτι ὁ Ἀλέξανδρος ἀνέβηκε πάνω καί κάθησε στό σανό. Ὁ ὁδηγός ξεκίνησε ἀπότομα, ὁ Ἀλέξανδρος δέν μπόρεσε νά κρατηθεῖ, ἔπεσε κάτω καί ἔσπασε τήν σπονδυλική στήλη σέ τρία σημεῖα. Ἡ γυναίκα του ἔτρεξε στόν πατέρα Σεραφείμ νά τοῦ πεῖ γιά τό κακό πού ἔγινε στόν ἄνδρα της. Ἐκεῖνος ὅταν τήν ἄκουσε εἶπε:
Ἄκουσα πώς ἔσπασε ἡ σπονδυλική του στήλη. Νά προσευχόμαστε στήν Παναγία καί τόν ἅγιο Σεραφείμ. Ὁ Ἀλέξανδρος θά γίνει καλά καί θά περπατάει στά πόδια του.
Ὁ Γέροντας εἶπε νά σφίξουν καλά ἐκεῖνο τό σημεῖο πού ἔγινε τό τραῦμα καί ἄρχισε νά προσεύχεται γιά τήν ὑγεία του. Μετά ἀπό μερικούς μῆνες ὁ Ἀλέξανδρος μποροῦσε νά περπατάει μόνος του ἔστω καί μέ μπαστουνάκι.
Μιά φορά ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
Ἀλέξανδρε θά εἶσαι ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς πού θά πᾶνε μαζί μου τόν τελευταῖο δρόμο καί θά μέ ὁδηγήσεις στήν τελευταία μου κατοικία ἐδῶ στή γῆ.
Ὅταν ὁ πατήρ Σεραφείμ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀλέξανδρος μαζί μέ ἄλλα πνευματικά του παιδιά βρισκόταν στήν ταφή του καί κατέβασε τό σῶμα του στόν τάφο.
Μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Ἀλέξανδρος κάθε μέρα πήγαινε στόν τάφο τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα καί ἄναβε τό καντήλι.